Η χαμένη διαθήκη - 11

 

The lovers whirlwind - William Blake






11.

  Ο Τζόνι είχε φτάσει στο χείλος του χάσματος. Είχε καταφέρει να επανακτήσει την αυτοκυριαρχία του και είχε σταματήσει την κίνηση των ποδιών του. Στο απέραντο χάος, που εκτεινόταν πολλά μέτρα κάτω απ’ τα πόδια του, μπορούσε να διακρίνει μια σπείρα να κατεβαίνει ως τα έγκατα. Σαν να υπήρχε ένα πολυεπίπεδο λατομείο μες στο χάσμα.

  Προσπαθούσε να παραμείνει στην νοητή σφαίρα που είχε χτίσει με την δύναμη του μυαλού του. Βρισκόταν απομονωμένος από όλα τα εξωτερικά ερεθίσματα. Η εκπαίδευσή του ήταν σκληρή μα αποτελεσματική. Είχε καταφέρει να τον σώσει από πολλές άσχημες καταστάσεις. Και τώρα ήταν ευγνώμων για όλες τις θυσίες που είχε κάνει στην ζωή του, είχε σωθεί… Ήλπιζε ο Πιτ να ήταν καλά και να μπορούσε να τον βρει. Ήξερε πως αν ένωναν τα μυαλά τους, όπως παλιά, θα μπορούσαν να βγουν από αυτήν την κόλαση. Αν και ο Πιτ δεν είχε την απαραίτητη γνώση για να το κάνει αυτό, πίστευε πως θα τον βοηθούσε να ξεκλειδώσει τις μυστικές πτυχές του μυαλού του.

  Ο Πιτ κοιτούσε αποσβολωμένος την χαλύβδινη πόρτα. Δεν ήξερε τι έπρεπε να κάνει… Κάποιος ή κάτι τον καλούσε από την άλλη μεριά. Ακούμπησε τα χέρια του πάνω στην κρύα επιφάνεια της πόρτας και προσπάθησε να νιώσει το πρόσωπο πίσω από την φωνή. Η φωνή ακουγόταν όλο και πιο δυνατά, να τον φωνάζει με το όνομά του, να τον παρακινεί να ανοίξει την πόρτα… Ο Πιτ μύριζε την δυσωδία της μούχλας που όλο και τον πλησίαζε… έπρεπε να κάνει κάτι και γρήγορα.

  Ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα, μια κίνηση τρελή κατά την γνώμη του τις προηγούμενες μέρες, μα όχι τώρα.

  «Ποιος είσαι; Τι θες από ‘μένα;» ρώτησε την φωνή πίσω από την πόρτα. Η απάντηση ήταν άμεση.

  «Πιτ, πρέπει να ανοίξεις την πόρτα αν θες να επιβιώσεις απ’ το μένος του σπιτιού εσύ και ο αδερφός σου!»

  «Μα πως… δεν μπορώ…»

  «Μπορείς! Βρες την δύναμη μέσα σου».

  «Και σένα τι σε νοιάζει για μένα και τον αδερφό μου;» τον ρώτησε ο Πιτ καχύποπτα και συνέχισε, «Τι έχεις να κερδίσεις;»

  «Πιτ, αν εσείς καταφέρετε να σωθείτε απ’ το μένος του σπιτιού και να το ελευθερώσετε από τις χθόνιες δυνάμεις που το ελέγχουν, θα μπορέσω και γω να ελευθερωθώ από τα δεσμά του σπιτιού και να βρω την ηρεμία μου».

  Ο Πιτ ένιωθε μπερδεμένος. Δεν μπορούσε να θυμηθεί αν είχε την δύναμη να πετύχει όλα αυτά που του έλεγε η φωνή. Δεν ήξερε αν θα μπορούσε να εμπιστευτεί μια αόριστη φωνή πίσω από μια πόρτα και ειδικά σ’ αυτό το σπίτι. Ένιωθε πως ίσως να ήταν και η μοναδική του ευκαιρία. Τα τριξίματα στην πόρτα του κελαριού γινόντουσαν όλο και πιο έντονα, ήταν έτοιμη να σπάσει, η μούχλα ήταν πολύ κοντά στο να μπει μες στο κελάρι και να τον καταβροχθίσει. Ο πανικός είχε βαρύνει τα άκρα του και είχε μπλοκάρει το μυαλό του. Ένιωθε και ήταν αβοήθητος και τώρα ήταν πολύ κουρασμένος για να προσπαθήσει να βρει την όποια δύναμη είχε μέσα του. Έριξε τα χέρια του στα πλάγια και γύρισε προς το μέρος της πόρτας του κελαριού. Από ένα ράγισμα της πόρτας η σκοτεινή μούχλα εισχωρούσε με αργό ρυθμό μες στο κελάρι…την έβλεπε να καταναλώνει κάθε σπιθαμή του χώρου και να τον πλησιάζει…και εκείνος παρέμενε παραδομένος στην αδηφαγία της…ένα είδος λύτρωσης από όλα αυτά που είχε ζήσει σ’ αυτό το σπίτι…η διαφυγή του μέσω του θανάτου του.

  Ένα δυνατό χτύπημα πάνω στην χαλύβδινη πόρτα τον έβγαλε απ’ το παραλήρημά του. Η φωνή πίσω από την πόρτα τον κάλεσε ξανά και του έδωσε οδηγίες ώστε να μπορέσει να αφυπνίσει τις κρυμμένες του δυνάμεις. Στην επιφάνεια της πόρτας ο Πιτ είδε να σχηματίζεται ένα ανάγλυφο σχέδιο που είχε το σχήμα ανοιχτής παλάμης. Σύμφωνα με την φωνή πίσω από την πόρτα, ήταν η δική της παλάμη. Θα έπρεπε ο Πιτ να ακουμπήσει και την δική του ώστε να έρθουν σε επαφή. Η έκσταση της φωνής τον αναστάτωσε. Σκεφτόταν αν έπρεπε να ακολουθήσει τις οδηγίες που του δινόταν…αν ήταν ένα μοιραίο λάθος…ή αν ήταν η μοναδική τους ευκαιρία να ξεφύγουν; Μόνο ένας τρόπος υπήρχε να το μάθει…άλλωστε οι επιλογές του ήταν μηδαμινές. Κατάφερε να ξεκολλήσει τα χέρια από τα πλάγια του κορμιού του και να ακουμπήσει την παλάμη του πάνω στην αντίστοιχη ανάγλυφη.

  Ο Τζόνι έβλεπε το απόλυτο χάος να εκτείνεται κάτω από τα πόδια του. Μια δαιδαλώδης κατάβαση στον τρόμο. Μπορούσε να ακούσει πνιχτές φωνές να ανεβαίνουν με βία ως τα αφτιά του. Μα όχι φωνές επίκλησης και δέους, μα φωνές τρόμου και ικεσίας. Απρόσωπες φωνές από βασανισμένες ψυχές. Αναρωτήθηκε τι κακό κάλυπτε αυτό το σπίτι, αν και ήξερε κατά βάθος, το ήξερε μα δεν μπορούσε να το εκστομίσει. Αυτό που δεν ήξερε ήταν η σύνδεση του πατέρα του μ’ αυτό το σπίτι…το πως και το γιατί είχε αναμιχθεί με αυτό το καταραμένο οίκημα.
 
  Η παλάμη του Πιτ έγινε ένα με την ανάγλυφη, χαλύβδινη παλάμη. Ένα ωστικό κύμα ενέργειας τον διαπέρασε που τράνταξε όλο του το κορμί. Ένιωσε κάθε του σπιθαμή να αναζωογονείτε, τα άκρα του να δυναμώνουν, την σπονδυλική του στήλη να ενισχύεται και το μυαλό του να διεγείρεται. Η φωνή πίσω από την πόρτα τον προέτρεψε να προσπαθήσει ξανά να ανοίξει την πόρτα. Ο Πιτ τότε, με την παλάμη του κολλημένη πάνω στο ανάγλυφο, άρχισε να παρατηρεί εκ νέου την χαλύβδινη πόρτα μη μπορώντας και πάλι να βρει τον τρόπο να την ανοίξει. Καθώς το βλέμμα του πέρναγε πάνω απ’ τα πριτσίνια σύνδεσής της, παρατήρησε πως εκείνα έκαναν μια απεγνωσμένη προσπάθεια να αποκολληθούν.

  Προσπάθησε και πάλι, εστιάζοντας το βλέμμα του κάθε φορά και σε ένα μεμονωμένο πριτσίνι. Τότε με έναν δυνατό μεταλλικό θόρυβο κάθε πριτσίνι πεταγόταν αβίαστα από την θέση προσαρμογής του. Ο Πιτ συνέχισε την ίδια μέθοδο με κάθε εναπομένον πριτσίνι πάνω στην πόρτα, ώσπου στο τέλος δεν είχε μείνει κανένα και η βαριά χαλύβδινη πόρτα ελευθερώθηκε. Ο Πιτ ένιωσε την παλάμη του να απασφαλίζεται από τα δεσμά της ανάγλυφης παλάμης και πισωπάτησε τόσο ώστε να δει την χαλύβδινη πόρτα να πέφτει καταγής, αποκαλύπτοντας από πίσω το κρυφό δωμάτιο όπου βρισκόταν η μυστηριώδης φωνή.

  Και τότε είδε μπροστά του την φιγούρα πίσω από την φωνή. Ήταν μια φιγούρα παιδιού που στεκόταν μπροστά του, ένα λαμπρό φως την έλουζε. Βγήκε έξω απ’ το δωμάτιο και πλησίασε τον έκπληκτο Πιτ. Είδε πως ενώ η φιγούρα ήταν αυτή ενός μικρού παιδιού, τα χαρακτηριστικά ήταν αυτά ενός πολύ μεγάλου και γερασμένου άντρα, ο Πιτ θεώρησε πως μπροστά του ήταν ένας νάνος. Ήθελε να θέσει ένα σωρό ερωτήματα που τον έκαιγαν, μα η αποστομωτική κίνηση του χεριού του νάνου σταμάτησε την ορμή του Πιτ.

  «Πιτ, πρέπει να βγούμε από δω. Πρέπει να βρούμε τον Τζόνι, βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση», είπε ο νάνος.

  «Μα δεν μπορούμε. Είμαστε παγιδευμένοι εδώ κάτω», ανέτεινε ο Πιτ δείχνοντας με το δάκτυλό του την απειλητική μούχλα που τους πλησίαζε.

  «Και φυσικά μπορούμε Πιτ. Ακολούθησε με και θα δεις πως αυτή η μουχλιασμένη μάζα δεν είναι τίποτα άλλο παρά βρωμερή σκόνη», τον ενθάρρυνε ο νάνος δίνοντάς του το χέρι.

  Ο Πιτ το κράτησε σφιχτά στο δικό του και τον ακολούθησε προς την έξοδο του κελαριού. Το φως που κάλυπτε το κορμί του νάνου περίβαλε και το κορμί του Πιτ, δημιουργώντας ένα εκτυφλωτικό φάσμα γύρω τους. Καθώς προχωρούσαν, το φάσμα εξασθενούσε την δύναμη της μούχλας, εξαφανίζοντάς την και μετατρέποντας την σε ιπτάμενους κόκκους σκόνης που έπεφταν στο πάτωμα. Έτσι και οι δύο μπόρεσαν και βγήκαν απ’ το κελάρι στον χώρο της κουζίνας και από κει στην κεντρική σάλα. Εκεί ο Πιτ είδε το χάσμα και στο χείλος του να στέκεται ατάραχος και προβληματισμένος ο αδερφός του.

  Ο Τζόνι ένιωσε μεγάλη χαρά όταν είδε τον αδερφό του να στέκει απέναντί του αρτιμελής. Όμως τον έβλεπε να έχει και έναν άγνωστο μαζί του. Φοβόταν πως οι θειικές αναθυμιάσεις τον έκαναν να βλέπει οράματα και προσπάθησε να μετριάσει την χαρά του, γνωρίζοντας πως θα απογοητευόταν αν ο αδερφός του δεν ήταν όντως στην άλλη μεριά του χάσματος. Όταν είδε τον αδερφό του και τον άγνωστο να αιωρούνται δύο μέτρα πάνω απ’ το χάσμα, σιγουρεύτηκε πως ό, τι έβλεπε ήταν αλήθεια. Αν και ήταν παράλογη αυτή η αιώρηση σε μάτια που δεν γνώριζαν τις μυστικές δυνάμεις του σώματος, αυτό δεν συνέβαινε στα μάτια του Τζόνι. Ο ίδιος είχε ξαναδεί τέτοιου είδους δύναμη. Την είχε ο δάσκαλός του…μα όχι και ο ίδιος…δεν είχε καταφέρει να φτάσει σ’ αυτό το επίπεδο γνώσης.

  Ο Πιτ και ο νάνος προσγειώθηκαν δίπλα στον Τζόνι. Χωρίς να πουν τίποτα ο ένας στον άλλο, αγκαλιάστηκαν και για ακόμη μία φορά ένιωσαν την πηγαία δύναμη να μεγαλώνει μέσα τους. Ο Τζόνι, που πάντα δούλευε ως μονάδα (ιδιαίτερα μετά από την απομάκρυνσή του απ’ το σπίτι τους), κατάλαβε τώρα πως για να σωθούν από αυτήν την κόλαση θα έπρεπε να λειτουργήσουν και οι δύο ως ομάδα.

  Ο νάνος περίμενε υπομονετικά ώσπου τα αδέρφια να επανασυνδεθούν. Όταν τελείωσαν ο Πιτ και ο Τζόνι στράφηκαν προς το μέρος του με τα πρόσωπά τους να έχουν καλυφθεί από ένα αινιγματικό προσωπείο. Είχαν πολλά ερωτήματα γι’ αυτόν και ήξεραν πως ο χρόνος δεν ήταν με το μέρος τους. Ο Τζόνι αποφάσισε να κάνει την αρχή ρωτώντας τον το όνομά του.

  «Με λένε Άλιστερ Ντάϊμον», απάντησε ο νάνος.

  «Και πως ήρθες εδώ; Πως απέκτησες όλες αυτές τις δυνάμεις;» ρώτησε ξανά ο Τζόνι.

  «Βρίσκομαι σ’ αυτό το καταραμένο σπίτι πολλά χρόνια, από την γέννησή μου, βλέπεις αν και φυλακισμένος η κατάρα του σπιτιού έπεσε και πάνω μου. Ο ετεροθαλής αδερφός μου κατάφερε να με φυγαδεύσει όμως από το μένος που υπήρχε ήδη μες στο σπίτι, ερχόμενος σε αντίθεση με την διαβολική του φύση. Τις δυνάμεις μου Τζόνι τις απέκτησα όπως και ‘συ. Με πολύ κόπο».

  «Πως γνωρίζεις το όνομά μου;»

  «Μα Τζόνι, γνωρίζω όλα όσα συμβαίνουν στο σπίτι. Γνωρίζω την κάθε κίνηση και την κάθε ενέργεια».

  Ο Πιτ μπήκε μέσα στην συζήτηση απαιτώντας να μάθει περισσότερα για το πως θα μπορούσαν να φύγουν από ‘δω.

  «Είπες πως θα μας έλεγες τον τρόπο για να φύγουμε από το σπίτι!» του είπε γεμάτος ένταση ο Πιτ.

  «Πιτ, θα πρέπει εσύ και ο Τζόνι να κατεβείτε εκεί κάτω», είπε ο Άλιστερ δείχνοντας το χάσμα. «Η μοναδική ελπίδα να μην σας καταναλώσει το σπίτι είναι να προχωρήσετε προς τα έγκατα της κόλασης και να αποσπάσετέ το γριμόριο, που κρύβει τα λόγια αποδέσμευσής, από τα χέρια του».

  «Τα χέρια ποιανού;» ρώτησε ο Τζόνι.

  «Του Μπαφομέτ».

  Ο Τζόνι σάστισε, μα όλες του οι σκέψεις και εικασίες είχαν μόλις επιβεβαιωθεί. Ο Μπαφομέτ ήταν ο άρχοντας του σκότους, ο τραγόμορφος θεός της κόλασης, της ίδιας κόλασης που κάλυπτε αυτό το σπίτι. Ο Άλιστερ συνέχισε χωρίς να ενδιαφέρεται για το φορτίο που είχε πέσει πάνω στα δύο αδέρφια. «Θα πρέπει να κατεβείτε και τα εννέα επίπεδα και να βρείτε τον βαρκάρη που θα σας οδηγήσει στον θρόνο του Μπαφομέτ. Σε κάθε επίπεδο θα πρέπει να έχετε όλες σας τις αισθήσεις ενεργοποιημένες. Υπάρχουν στοιχεία που θα σας βοηθήσουν να προχωρήσετε πιο κάτω. Όταν βρείτε τον Μπαφομέτ, μην τον κοιτάξετε καθόλου, οι ψυχές σας θα φυλακιστούν για πάντα στο σπίτι. Για να αποκτήσετε το γριμόριο, το Ars Goetia, θα πρέπει να πείτε τα ακόλουθα λόγια: “Ego te servabo te, et e tenebris in lucem. Praeter munera vestra, non control mei. Noctis obscurae non sit futurum. Conveniam vos et salutent vos ducet ad arma lucis aperta”».

  Τα λόγια του Άλιστερ τρομοκράτησαν και μπέρδεψαν τα δύο αδέρφια. Τον κοιτούσαν με απορία. Μόνο ο Τζόνι γνώριζε την δυσκολία της αποστολής τους. Παρόλη την εκπαίδευσή του, ήξερε πως δεν ήταν έτοιμος για μια τέτοια δοκιμασία, ήξερε πως ο Πιτ μόλις είχε έρθει σε επαφή με τις εσώτερες δυνάμεις του και ίσως δεν ήταν σε θέση να τις χρησιμοποιήσει. Ρώτησε διστακτικά τον Άλιστερ αν θα ερχόταν μαζί τους, οι δυνάμεις του ήταν πάνω και απ’ τις δικές του και θα τους ήταν χρήσιμος.

  Όμως ο Άλιστερ τους αρνήθηκε, λέγοντάς τους: «Δεν μπορώ να σας βοηθήσω εκεί κάτω, μόνο στο ανώτερο έδαφος έχουν ισχύ οι δυνάμεις μου. Στα κατώτερα επίπεδα η παρουσία μου είναι καταδικασμένη στους αιώνες».

  «Και γιατί οι δικές μας δυνάμεις θα έχουν ισχύ εκεί κάτω;» ρώτησε ο Πιτ γεμάτος αμφιβολία για τα λεγόμενα του Άλιστερ.

  «Γιατί οι υπάρξεις σας δεν έχουν ποτιστεί απ’ το αρχέγονο κακό του σπιτιού. Όχι ακόμα».
Με αυτά τα λόγια ο Άλιστερ προχώρησε κατά μήκος του χάσματος. Προχωρώντας τα δύο αδέρφια έβλεπαν απ’ όλες τις μεριές το χάος που εκτεινόταν από κάτω. Τα επίπεδα που κατέβαιναν ως τα έγκατα, σχημάτιζαν φυλακές για ψυχές καταδικασμένες να ζουν τον τρόμο και τα μαρτύρια ξανά και ξανά, μη μπορώντας να βρουν την λύτρωση. Ο Τζόνι συμπονούσε τις ψυχές, οι φωνές τους αντηχούσαν στο κεφάλι του αν και είχαν σταματήσει. Ήθελε να τις σώσει, να δώσει ένα τέλος, να λυτρώσει και αυτές και τους ίδιους.

  Ο Άλιστερ σταμάτησε μπροστά από μια κρυφή εσοχή και τους αποκάλυψε κάτι λίθινα σκαλοπάτια. Τους είπε πως αυτά θα τους οδηγούσαν στο πρώτο επίπεδο. Από ‘κει και πέρα θα έπρεπε να βρουν τον δρόμο και τα στοιχεία για τα κατώτερα επίπεδα. Τα αδέρφια κοιτάχτηκαν. Τα λόγια του ενός στον άλλο τους ηρέμισε, τα άκουσαν να αντηχούν μες στο κεφάλι τους και λειτούργησαν σαν βάλσαμο για τις ψυχές τους. Το βλέμμα τους αντάμωσε αυτό του Άλιστερ που τους κοιτούσε με γαλήνη. Και οι δύο αναστέναξαν και προσπάθησαν να ανασυγκροτήσουν τις δυνάμεις τους. Εκεί κάτω θα τους χρειαζόταν και η παραμικρή στάλα της δύναμής τους. Ο Πιτ έκανε το πρώτο βήμα πατώντας το πρώτο σκαλοπάτι προς τα κάτω, ο Τζόνι τον ακολούθησε νιώθοντας έτοιμος για ό, τι και αν επρόκειτο να αντιμετωπίσουν.

  «Κοιτάχτε να επιστρέψετε σώοι. Καλή τύχη. Θα την χρειαστείτε», τους είπε ο Άλιστερ καθώς κατεβαίναν τα σκαλοπάτια. Για πρώτη φορά εδώ και αιώνες είχε την ελπίδα ζωντανή μέσα του πως η ζωντανή κόλαση του σπιτιού θα τελείωνε, πως η λύτρωση ήταν πλέον κοντά, και θα ερχόταν από δύο άσπονδα αδέρφια. Ήλπιζε να είχε δίκιο για όλα αυτά.

Συνεχίζεται...

Σχόλια

Τα καλύτερα