Ανείπωτα μυστικά - 5

Birthplace of continents-© NASA, and U.S.Japan ASTER Science Team

 


                                                                   4ο Σλάιντ


Αγκομαχούσε για να σταθεροποιήσει τις ανάσες του, για να μπορέσει να ανακτήσει την αυτοκυριαρχία του. Δεν μπορούσε όμως να ηρεμίσει με τίποτα. Το κεφάλι του, στην κυριολεξία, ήταν έτοιμο να εκραγεί και να σκορπιστεί στο πάτωμα σε χιλιάδες κομμάτια.

Είχε κουλουριαστεί τώρα στην γωνία, κράταγε σφιχτά τα γόνατά του. Παραμιλούσε και έβριζε, ή, έβριζε και παραμιλούσε. Πλέον δεν μπορούσε να τα διαχωρίσει. Καταριόταν την περιέργεια του που τον είχε ρίξει σ’ αυτό το εθιστικό παιχνίδι των σκιών, καταριόταν τον άγνωστο “θείο” που είχε στείλει το γράμμα και την συσκευή, μα πάνω απ’ όλα καταριόταν τους γονείς του. Μπορεί να θυμόταν ελάχιστα γι’ αυτούς, όμως ένα έντονο αίσθημα μίσους ανέβλυζε μέσα του. Αν δεν τον είχαν παρατήσει τίποτα απ’ όλα αυτά δεν θα είχαν γίνει.

Η ιεροτελεστία ηρεμίας του απέδιδε καρπούς. Σιγά-σιγά άρχιζε να ανακτά τις δυνάμεις του και η ανάσα του να επανέρχεται στα φυσιολογικά της επίπεδα. Τα κουρασμένα μάτια του έπεσαν σ’ ένα αντικείμενο στην απέναντι γωνία του δωματίου. Θα ορκιζόταν πως δεν βρισκόταν εκεί πριν, όμως δεν μπορούσε να είναι σίγουρος. Μπουσούλισε προς τα ‘κει και το άγνωστο αντικείμενο απέκτησε μορφή. Ήταν ένα μικρό κομμάτι χαρτί, τυλιγμένο πολλές φορές. Έμοιαζε εύθραυστο, η όψη του και η υφή του πρόδιδε είτε πως ήταν πολύ παλιό, είτε πως ήταν πολύ ταλαιπωρημένο. Όποια και να ήταν όμως η απάντηση το κύριο ερώτημα που γύρναγε στο κεφάλι του Δημήτρη ήταν, πως ακριβώς είχε βρεθεί στο πάτωμα του δωματίου του.

Το σήκωσε και άρχισε να το ξετυλίγει πολύ προσεκτικά. Είχε αρχίσει να ξεροκαταπίνει με ένταση καθώς πλησίαζε στην αποκάλυψη του περιεχομένου. Όταν όμως έφτασε στο τέλος άρχισε να κοκκινίζει απ’ τον θυμό του. Σαν να μην έφταναν τα όσα τραβούσε, το κενό μνήμης, οι επίπονες διαδικασίες ανάκτησής τους. Είχε να αντιμετωπίσει και τις κακόγουστες φάρσες κάποιου παράφρονα.

Το χαρτί περιείχε μια αράδα από ασυναρτησίες. Περίεργα σύμβολα που δε του θύμιζαν τίποτα.

 char(77)char(73)char(83)char(79)char(78)char(73)char(85)char(85)char(65)char(78)char(84)char(84)char(79)char(85)char(85)char(65)char(82)char(78)char(73)char(79)char(85)char(83)char(84)char(65)char(73)char(65)char(85)char(85)char(65)char(73)char(70)char(79)char(82)char(84)char(72)char(69)char(83)char(79)char(75)char(65)char(76)char(76)char(69)char(68)char(85)char(78)char(75)char(76)char(69)char(72)char(69)char(73)char(83)char(68)char(65)char(78)char(71)char(69)char(82)char(79)char(85)char(83)char(70)char(79)char(82)char(73)char(79)char(85)char(65)char(78)char(68)char(70)char(79)char(82)char(65)char(76)char(76)char(77)char(65)char(78)char(75)char(73)char(78)char(68)char(72)char(73)char(83)char(82)char(79)char(85)char(84)char(69)char(83)char(71)char(79)char(65)char(76)char(79)char(78)char(71)char(85)char(85)char(65)char(73)char(66)char(65)char(75)char(75)char(84)char(79)char(84)char(72)char(69)char(84)char(73)char(77)char(69)char(83)char(84)char(72)char(65)char(84)char(84)char(72)char(69)char(82)char(69)char(73)char(83)char(78)char(79)char(84)char(73)char(77)char(69)char(66)char(69)char(75)char(65)char(82)char(69)char(70)char(85)char(76)char(68)char(79)char(78)char(84)char(84)char(82)char(85)char(83)char(84)char(72)char(73)char(77)

Σκέφτηκε πως ίσως να ήταν κάποιο μήνυμα για τον ίδιο. Δεν μπορούσε όμως να το πιστέψει. Είχε περάσει τόσα πολλά σε ελάχιστο χρονικό διάστημα που τα πάντα του φαινόντουσαν ψεύτικα. Ήθελε να το σκίσει και να το μετατρέψει σε χαρτοπόλεμο. Το ήθελε απεγνωσμένα μα δε μπορούσε να το κάνει. Την στιγμή της κορύφωσης ένιωθε το κορμί του να κοκαλώνει, να μη μπορεί να κινήσει ούτε μυ. Ίσως πάλι να εξυπηρετούσε την όλη τρελή διαδικασία ανάκτησης της μνήμης του. Όπως και να ‘χε το χαρτί με το περίεργο μήνυμα περικλείονταν από μία μαγική δύναμη που τον εμπόδιζε να το σκίσει.

Έπρεπε να συνεχίσει όμως. Αν ήθελε να δώσει τέλος σε όλη αυτή την παράνοια θα έπρεπε να ολοκληρώσει το ταξίδι του. Ίσως τότε να έβαζε τα πάντα σε μια σειρά και να έπαιρνε τις πολυπόθητες απαντήσεις σε όλα του τα ερωτήματα.

Στο κουτί είχαν απομείνει άλλα δύο σλάιντ. Ένιωθε μια τρομερή ανακούφιση που πλησίαζε προς το τέλος. Έπιασε το σλάιντ με το αριθμό τέσσερα. Αυτή την φορά η διαστάσεις του ήταν οι προβλεπόμενες. Όσο το κρατούσε στα χέρια του, αυτό ανέδιδε μια μεθυστική μυρωδιά. Δε μπορούσε να την προσδιορίσει, ήταν όμως μια ευχάριστη μυρωδιά που του προκαλούσε μια έντονη ευφορία…

…η οποία μετά από λίγο άρχισε να γίνεται δυσάρεστη. Είχε μετατραπεί σε μια αποκρουστική μυρωδιά, λες και έβγαινε από κάποιο ξεχασμένο φρεάτιο αποχέτευσης. Του προκαλούσε ζάλη και αναγούλα. Ένιωθε τον λαιμό του να φράζει και ένα βάρος να του καταπλακώνει το στέρνο. Κάθε του ανάσα είχε μετατραπεί σε έναν ακατανίκητο άθλο. Πέταξε το σλάιντ στο πάτωμα, όμως αυτή η κλειστοφοβική αίσθηση συνέχιζε. Δε μπορούσε να ανασάνει. Έτρεξε προς τα παράθυρα κι τα άνοιξε. Ο αέρας φαινόταν σαν να αποφεύγει το σπίτι του. Έβλεπε καθαρά τα φύλλα των δέντρων να κινούνται ρυθμικά, μα δεν μπορούσε να νιώσει αυτό το κάτι που τα κινούσε.

Έβηχε ξερά προσπαθώντας να πάρει μια ολοκληρωμένη ανάσα. Ήξερε πως έπρεπε να βρει κάτι, και μάλιστα γρήγορα, που θα μπορούσε να καταπραΰνει αυτήν την αίσθηση του πνιγμού. Προσπάθησε να σκεφτεί, να ανασύρει πληροφορίες από κάποια ιατρική ιστοσελίδα που πιθανόν να είχε αποστηθίσει. Για άλλη μια φορά το πολύτιμο θυμικό του, που δυστυχώς ως τώρα περιοριζόταν μονάχα στις ιστοσελίδες, τον βοήθησε. Έκοψε απ’ το σεντόνι του ένα μεγάλο κομμάτι, απ’ το ντουλάπι του μπάνιου του έβγαλε ένα μπουκαλάκι με εκχύλισμα ευκαλύπτου (το οποίο διαπίστωσε πως βρισκόταν εκεί με μεγάλη έκπληξη). Πότισε το κομμάτι του σεντονιού με μία γενναία δόση εκχυλίσματος και κάλυψε μ’ αυτό την μύτη και το στόμα του. Ξεκίνησε να παίρνει βαθιές ανάσες και να εισπνέει το ευεργετικό άρωμα του ευκαλύπτου.

Το βάρος στο στέρνο του εξανεμίστηκε και άρχισε σταδιακά να ανακτά την αναπνοή του. Όταν πλέον κατάφερε να ανασάνει με ευκολία πήρε βαθιές λαίμαργες εισπνοές, σαν να ήθελε να γεμίσει μια κενή φιάλη όσο πιο γρήγορα μπορούσε.

Κάποια ουσία θα έπρεπε να ήταν προσκολλημένη στο συγκεκριμένο σλάιντ, σκέφτηκε και πλησίασε την μηχανή προβολής. Το εμποτισμένο με εκχύλισμά ευκαλύπτου πανί το κρατούσε ακόμα στο πρόσωπό του, δεν ήθελε να νιώσει ξανά αύτη την αίσθηση του πνιγμού. Σήκωσε το σλάιντ απ’ το πάτωμα με το ένα χέρι και το έβαλε στην υποδοχή όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Πάτησε το κουμπί αναπαραγωγής και συγκράτησε τον πόνο που του προκάλεσε, το αναμενόμενο, τσίμπημα στο δάκτυλο.

Στον τοίχο προβλήθηκε μία σφαίρα διαφανή που γύριζε πάνω στον ίδιο της τον άξονα. Ήταν γεμάτη αχνά σχέδια και φαινόταν σαν μια διαφανή υδρόγειο. Μια υδρόγειο όμως που δεν έμοιαζε σε αυτήν που γνώριζε ο Δημήτρης. Σταμάτησε απότομα την κίνηση της. Ήταν στο σημείο που θα έπρεπε να βρισκόταν ο ειρηνικός ωκεανός. Αντ’ αυτού στο σημείο εκείνο βρισκόταν μια μεγάλη ηπειρωτική έκταση, από τις ακτές της Κίνας ως τις ακτές του Παναμά.

Η προβαλλομένη υδρόγειος άρχισε να πάλλεται, σαν καρδιά, και να μεγαλώνει σε κάθε παλμό. Όλο και πιο πολύ μεγάλωνε ώσπου η ηπειρωτική έκταση ήταν το μοναδικό που φαινόταν. Ο Δημήτρης περίμενε να γίνει κάτι, κάτι που θα τον μετέφερε μες στον κόσμο του σλάιντ, μα δεν ήταν έτοιμος γι’ αυτό που θα βίωνε στην συνέχεια. Η υδρόγειος, δηλαδή αυτό που πριν λίγο ήταν μια υδρόγειος, έκανε τον τελευταίο της παλμό. Στην τελευταία της μεγέθυνση ένα ισχυρό ωστικό κύμα βγήκε από την προβολή στον τοίχο. Ένα ωστικό κύμα που το ακολούθησαν πολλά ακόμη, σύντομα μα ισχυρά. Καθένα από αυτά τα ωστικά κύματα εξανέμιζαν το μικρό σαλόνι και οτιδήποτε υπήρχε σ’ αυτό, συμπεριλαμβανομένου και του Δημήτρη που ούρλιαζε από τρόμο. Κάθε κύμα έβγαζε και μια φλούδα από την υπόσταση του χώρου. Μία παρά μία έβγαινε κάθε φλούδα ώσπου πλέον δεν υπήρχε τίποτα και κανείς, μόνο το απόλυτο κενό…

…από το απόλυτο κενό κάθε φλούδα τώρα έμπαινε στην θέση της. Φλούδα-φλούδα σχηματιζόταν ο χώρος και ο Δημήτρης. Σαν τελείωσε ο σχηματισμός βρήκε τον Δημήτρη να επανέρχεται στην κατάσταση τρόμου που βρισκόταν πριν ξεκινήσει όλο αυτό. Να ουρλιάζει με όλη του τη δύναμη. Όταν σταμάτησε η διαδικασία ο Δημήτρης βρισκόταν σε κατάσταση σοκ. Παραδόξως δε πονούσε καθόλου, αν και θα έπρεπε. Έπιανε κι έλεγχε κάθε σπιθαμή του κορμιού του για να βεβαιωθεί πως τα πάντα επάνω του ήταν ακέραια. Όταν επιτέλους βεβαιώθηκε κοίταξε γύρω του και χάζεψε από την μαγεία που πρόσφερε το μέρος που βρισκόταν.

Όπως φαίνεται βρισκόταν στην κορυφή ενός από τα δεκάδες βουνά που κάλυπταν την περιοχή ως εκεί που μπορούσε να δει. Αυτό του πρόσφερε μια πανοραμική θέα. Κάτω εκτείνονταν ένας δομημένος και πανέμορφος πολιτισμός. Συστοιχίες κτισμάτων κατανεμημένες με τέτοιο τρόπο που σχημάτιζαν σπείρες σε τέλεια ορθή σειρά, χωρίς καμμιά παρατυπία. Στο τέλος της κάθε σπείρας ξεκινούσε μία άλλη και ούτω καθεξής. Ανάμεσα στα κενά υπήρχαν δαιδαλώδης μονοπάτια που ένωναν μεταξύ τους όλα τα κτίσματα απ’ όλες τις σπείρες. Φαινόντουσαν ομοιόμορφα χωράφια να καλύπτουν το υπόλοιπο εσωτερικό, σχηματίζοντας έτσι μια σπείρα μέσα σε μια άλλη σπείρα. Δεν μπορούσε να δει πουθενά θάλασσα μα ένιωθε στο πρόσωπό του αυτή την δροσερή αύρα που μόνο η θάλασσα μπορεί να φέρει. Γύρω απ’ όλη την συστοιχία σπειρών υπήρχαν πελώρια πέτρινα αγάλματα που σχημάτιζαν ένα είδος φράκτη. Τα αγάλματα θα έπρεπε να είχαν ύψος 31 μέτρα. Δεν ήταν όμως ίδια μεταξύ τους. Κάποια ήταν λίγο πιο ψηλά και άλλα λίγο πιο κοντά, οι μορφές ήταν διαφορετικές μεταξύ τους, κάποιες είχαν μεγάλες μύτες και άλλες τεράστια μέτωπα, τα κεφάλια τους κάλυπταν το μεγαλύτερο μέρος του πελώριου αγάλματος, τα μάτια τους έμοιαζαν σα να είναι αληθινά, τα ένιωθε να κινούνται, να ελέγχουν τον χώρο και να προσπαθούν να τον δουν καθώς ερευνούσε τον χώρο απ’ την ασφάλεια του βουνού.

Το θέαμα ήταν εντυπωσιακό μα συνάμα τρομακτικό. Δεν μπορούσε να δει πουθενά κανένα ίχνος ζωής. Κάτω στο έδαφος υπήρχε όλος αυτός ο πολιτισμός μα πουθενά, όσο μπορούσε να δει δηλαδή, δε μπορούσε να βρει κάποιον άνθρωπο ή ζώο. Ξαφνικά μια σκιά κάλυψε το φως πάνω απ’ το κεφάλι του. Γύρισε τρομοκρατημένος να δει τι ήταν αυτό που είχε προκαλέσει την απότομη έκλειψη. Σάστισε καθώς από πάνω του βρισκόταν μια γιγάντια μορφή. Μια μορφή παρόμοια με τα αγάλματα που είχε δει, με ένα λεπτό και γεροδεμένο κορμί και ένα ανόμοιο σε μέγεθος κεφάλι.

Η κορυφή του βουνού ήταν δύο δρασκελιές γι’ αυτόν τον γίγαντα. Κοίταζε τον Δημήτρη με ένα απαθές μα βλοσυρό βλέμμα. Ένιωθε το κενό και την μοχθηρία στο βλέμμα του, μα δεν μπορούσε να κάνει τίποτα πέρα απ’ το να κλείσει σφιχτά τα μάτια του. Ο γίγαντας άπλωσε το χέρι του και τον έπιασε, τον σήκωσε κοντά στο ύψος των γυάλινων ματιών του και χωρίς κανέναν ενδοιασμό τον καταβρόχθισε…

…άνοιξε με βία τα μάτια του. Δε μπορούσε να δει τίποτα, τα πάντα ήταν σκοτεινά. Απανωτές σφυριές χτύπαγαν τα μηλίγγια του, προκαλώντας έναν οξύ και αβάσταχτο πόνο, και ένιωθε έναν ζωντανό βόμβο απ’ το πίσω μέρος των ματιών του να θέλει να τα πετάξει έξω απ’ τις κόγχες τους. Είδε ένα αμυδρό φως στο βάθος και το πλησίασε παραβλέποντας τον πόνο. Έφτασε πίσω από δύο πελώριες στρογγυλές άσπρες σφαίρες, ένα μικρό τραπέζι με σχέδια και βιβλία έστεκε στο σημείο προσφέροντας ένα ιδανικό σημείο μελέτης. Από το κυρτό τους μέρος μπορούσε να δει το τοπίο που έβλεπε από το βουνό, μόνο που τώρα έμοιαζε λες και βρισκόταν δίπλα. Για την ακρίβεια βρισκόταν 30 μέτρα ψηλά. Όταν είδε τις άσπρες σφαίρες να γυρνάνε και να συγκεντρώνουν την προσοχή σε μια άλλη γωνία κατάλαβε πως μάλλον βρισκόταν στο εσωτερικό του αγάλματος.

Ένιωθε το τριγμό της πέτρας καθώς τα μάτια γύριζαν μες στις πέτρινες κόγχες. Ένιωθε τον παλμό της πέτρινης καρδιάς να χτυπά μελωδικά. Τα ένιωθε όλα αυτά με ανάμεικτα συναισθήματα. Δέος και τρόμος τον είχαν καταλάβει. Η λύση όπως πάντα θα έπρεπε να βρισκόταν στα διάφορα σχέδια και βιβλία που ήταν αραδιασμένα στο τραπέζι. Προσπάθησε να ηρεμίσει και να αγνοήσει τους αλλόκοσμους θορύβους της πέτρας που τον καθήλωναν.

Πάνω στο τραπέζι βρήκε διάφορα χαρτιά με σχέδια και σύμβολα επάνω τους. Υπήρχαν σχέδια από μια περίεργη πλωτή κατασκευή, θύμιζε πλοίο πρότερης εποχής, με ενισχύσεις την πλώρη, την πρύμνη και την γάστρα με ένα περίεργο μεταλλικό κράμα, το Ti3Au, όπως πρόδιδαν οι σημειώσεις. Τα τέσσερα κατάρτια ήταν επενδυμένα με πανί από ίνες γυαλιού και μετάλλου, στο παράρτημα φαινόνταν η διαδικασία ένωσης και ενίσχυσής τους, η φωτοκατάλυση.

Υπήρχαν τέσσερα βιβλία στο τραπέζι. Όλα τους ήταν δερματόδετα και είχαν το χρυσοκέντητο σύμβολο, μία σφαίρα μέσα σε μια άλλη σφαίρα, να κοσμεί τα εξώφυλλά τους. Και πάλι πολλές από τις σελίδες του είτε ήταν σκισμένες, είτε καμένες. Έπιασε ένα από τα βιβλία, αυτό ήταν επενδυμένο με δέρμα άλικου χρώματος, και το άνοιξε. Αφού προσπέρασε ταχέως τις σελίδες που ήταν σκισμένες, έφτασε επιτέλους στις γραμμένες σελίδες.

-

Έχω χάσει πλέον κάθε αίσθηση του χρόνου και του τόπου. Τόσο εγώ, όσο και η αγαπημένη μου Μαρία. Δεν γνωρίζω πόσο χρόνο μας πήρε γι’ αυτή την ανάβαση, μα το βλέπω στα πρόσωπά μας πως πέρασε πολύ καιρός. Αυτό που έμοιαζε σαν απλή ανάβαση μετατράπηκε σε εφιάλτης. Πελώριοι θαλάσσιοι οργανισμοί είχαν περικυκλώσει το βαθυσκάφος και μας οδηγούσαν σε έναν δαιδαλώδη υποβρύχιο λαβύρινθο, πρέπει να κάλυπτε όλο τον ωκεάνιο χώρο και οι αναρίθμητες διακλαδώσεις του το επιβεβαίωναν αυτό.

Αυτοί οι υποβρύχιοι λαβύρινθοι είχαν περίεργα σύμβολα στα τοιχώματά τους, σύμβολα που ποτέ δεν τα είχα συναντήσει – σε κανένα βιβλίο μυστικό ή μη. Το βαθυσκάφος πέρναγε ανάμεσα από πέτρινα και μεταλλικά ερείπια (μάλλον κάποιο απ’ τα βασίλεια), σε πολλά σημεία υπήρχαν πελώρια αγάλματα τα οποία απεικόνιζαν μια συγκεκριμένη μορφή. Ήταν αυτή ενός όντος, με σώμα ανθρώπου, πόδια και χέρια με πτερύγια στις άκρες τους και χταποδόμορφο κεφάλι, με πλοκάμια να βγαίνουν προς όλες τις μεριές. Θα επρόκειτο για κάποια θεότητα αρχαία, σίγουρα κλεμμένη απ’ τα βιβλία που μας είχε δώσει ο Ίντι και σίγουρα μια επιβεβαίωση πως το όλο υποτιθέμενο πάνθεο ήταν ένα μεγάλο ψέμα.

Το μονοπάτι του λαβύρινθου που είχαμε ακολουθήσει μας έβγαλε σε ένα νησί. Με την βοήθεια του αυτοσχέδιου εξάντα μπόρεσα να βρω την ακριβή τοποθεσία μας. Σύμφωνα με τις συντεταγμένες βρισκόμασταν στην μέση του Ειρηνικού ωκεανού και όμως να που μπροστά μας είχαμε ένα νησί. Θα μπορούσε να είναι… η ξακουστή Λεμουρία.

-

 Τελικά το νησί αποδείχθηκε πως είναι μεγαλύτερο, ίσως να είναι και η χαμένη ήπειρος. Βρήκαμε έναν μικρό καταυλισμό ο οποίος αποτελείτε από πολλές ομοιόμορφες καλύβες. Οι κάτοικοι ως ασχολία θα πρέπει να έχουν την γεωργία. Τεράστια χωράφια με πλούσιες σοδιές βρίσκονται ολόγυρα. Στην αναζήτηση μας για προσωρινή στέγη και ίσως τροφή βρήκαμε και τους κατοίκους του καταυλισμού.

Ήταν γυναίκες και άντρες γίγαντες μπρος στα μάτια μας. Το ύψος τους σίγουρα ξεπέρναγε τα τρία μέτρα. Ήταν μελαμψοί με γεροδεμένα κορμιά και με αδρά χαρακτηριστικά. Προσπάθησα να επικοινωνήσω μαζί τους, χωρίς αποτέλεσμα όμως. Δοκίμασα όλες τις γλώσσες που γνώριζα και σχετίζονταν με αυτήν την περιοχή του ημισφαιρίου.

Μόνο όταν μας πλησίασε ο γηραιότερος της φυλής τους κατάλαβα πως η επικοινωνία μαζί τους γινόταν με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο. Με κοίταζε βαθιά μες στα μάτια και ένιωθα την φωνή του να αντηχεί μες στο κεφάλι μου, να σχηματίζονται ανείπωτες λέξεις και προτάσεις. Μου εξήγησε πως έτσι μιλάνε και πως αν θέλαμε να του πούμε κάτι αρκούσε να το σκεφτούμε. Κάπως έτσι μας πρόσφεραν στέγη και τροφή.

-

Όσο πέρναγε ο καιρός, τόσο πιο πολλά μάθαινα με αυτόν τον πολιτισμό. Συνάμα προσπαθούσα να κρατήσω κρυφά όλα μου τα σχέδια για το επόμενο βήμα στην Ανταρκτική. Μάθαμε πως όντως βρισκόμασταν στη Λεμουρία ή Μου, οι κάτοικοι τους αυτοαποκαλούνται τρίτη ιθαγενή ανθρώπινη φυλή. Η επικοινωνία τους γίνεται εξολοκλήρου με την χρήση του μυαλού τους, οι ίδιοι την αποκαλούν ανάγνωση των σκέψεων.

Η δύναμή τους πηγάζει απ’ τα γύρω τους πράγματα. Είχαν βρει τον τρόπο να καταλαμβάνουν όλου τους έμψυχους οργανισμούς προς όφελός τους. Η ανάπτυξη των φυτών και η ταχύτητα των ζώων, η κοινωνική ζωή των ζώων και η ποικιλία των φυτών, τους είχαν βοηθήσει στην ανάπτυξή τους και στην ευημερία τους. Αναλόγως μπόρεσαν να καταλάβουν τις φυσικές και χημικές δυνάμεις των άψυχων πραγμάτων. Για όλες τις κατασκευές δε χρειαζόταν να υπολογίσει το ποσοστό αντοχής ή τον τρόπο κατασκευής, τα υλικά τα ίδια τους μιλούσαν και τους έδειχναν τον τρόπο. Το σώμα τους υπόκειτο στην ίδια φιλοσοφία. Όταν χρειάζονταν να σηκώσουν κάτι βαρύ μπορούσαν να κάνουν το χέρι τους χαλύβδινο, μόνο με την δύναμη της θέλησης και προσαρμογής.

 

Το βιβλίο διακόπηκε απότομα, με κάμποσες σκισμένες σελίδες ακόμα να το απαρτίζουν. Ένιωσε ένα μικρό τρίξιμο στο κεφάλι του και μια σταγόνα αίμα έσταξε απ’ την μύτη του. Παράπτωμα αναλογικά με τα όσα είχε τραβήξει ως τότε. Έπιασε το επόμενο βιβλίο, αυτό ήταν επενδυμένο με γαλαζοπράσινο δέρμα, το άνοιξε για να δει πως οι περισσότερες σελίδες του έλειπαν.

-

Προσπαθώ να βάλω τις σκέψεις μου σε μια σειρά, μα μου είναι πάρα πολύ δύσκολο με την φασαρία που εκτυλίσσεται κάθε βράδυ έξω από τις καλύβες. Φωνές και ψαλμοί ακούγονταν, προσευχές και επικλήσεις σε κάποιον θεό. Έπρεπε να συγκεντρωθώ στην δουλειά μου αν δεν ήθελα να αποκλειστούμε σ’ αυτό το μέρος ή να πεθάνουμε προσπαθώντας να φτάσουμε στην Ανταρκτική.

Έμαθα τελικά πως οι εκστατικές φωνές και ψαλμοί είχαν ως αποδέκτη τον θεό Άνγκλεμ (άλλη μια παραπομπή στα κείμενα του Ίντι). Έπρεπε να χτίσουν ομοιώματα του περιμετρικά του καταυλισμού, για προστασία από τον επικείμενο πόλεμο. Αυτό θα γινόταν σε κάθε καταυλισμό που υπήρχε πάνω στην ήπειρο. Ο επικείμενος πόλεμος θα διεξαγόταν την περίοδο που ο ηλιακός κύκλος θα διέγραφε δύο ίσα τόξα και θα βρισκόταν στην μέση του ορίζοντα, δηλαδή με την έλευση της εαρινής ισημερίας. Το πότε δε μπόρεσα να το μάθω.

Η κατασκευή αυτών των ομοιωμάτων γινόταν με φανταστικό τρόπο. Λαξεύονταν μονοκόμματα με τα ίδια τους τα χέρια, εδώ τα χρησιμοποιούσαν ως καλέμια, από ένα πελώριο κομμάτι πέτρας αποκολλημένο απ’ τα περιφερειακά βουνά. Ο καθένας έβαζε και τα προσωπικά χαρακτηριστικά του προσώπου του επάνω και τα μάτια τους έμοιαζαν πιο ζωντανά και απ’ τα δικά μου. Θύμιζαν τις επιβλητικές προτομές του νησιού του Πάσχα, τις Μοάι. Όμως πως γινόταν να σχετίζονται, ξαφνικά όλες οι μελέτες μου αποκτούσαν υπόσταση και αυτά τα ημερολόγια είναι οι αποδείξεις μου στον κόσμο. Σε κάθε άγαλμα εμφυσούσαν ζωτική ενέργεια για να μετατραπούν σε άγρυπνους φρουρούς και προστάτες. Κάτι θα έπρεπε να είναι αλήθεια, από τότε που τα έστησαν ακούω μουγκρητά και πέτρινους ήχους. Μα όντως ορθολογιστής δεν μπορώ να πιστέψω κάτι τέτοιο αν δεν το δω, και ως τώρα δεν έχω δει κάτι τέτοιο. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με την Μαρία, ορκίζεται πως τα είδε να κινούνται και πραγματικά θέλω να την πιστέψω.

Σαν τελείωσε την ανάγνωση και του δεύτερου βιβλίου, ένας πόνος ακόμα πιο έντονος ταρακούνησε το εσωτερικό του κεφαλιού του. Απ’ τη μύτη και τα αυτιά έσταζαν μικρές σταγόνες αίμα, το ένιωθε να κυλά στα μάγουλά του και στα χείλη του. Έσφιξε με δύναμη τα δόντια του για να μετριάσει τον πόνο, είχε βρει τον τρόπο για να καταπολέμα τον ήπιο πόνο που του προκαλούσαν αυτά τα ταξίδια. Έπιασε το τρίτο βιβλίο, αυτό ήταν επενδυμένο με καφεκίτρινο δέρμα, και το άνοιξε για να διαπιστώσει πως οι σελίδες του βρίσκονταν μεν στην θέση τους όμως το μελάνι τους είχε ξεθωριάσει και ελάχιστα πλέον ήταν ορατά.

-

Οι σχεδιασμοί για το επερχόμενο ταξίδι προχωράνε πλέον με ικανοποιητικούς ρυθμούς. Πολλά απ’ τα κομμάτια του βαθυσκάφους μπορώ να τα επαναχρησιμοποιήσω για να φτιάξω το πλωτό μέσο που θα μας οδηγήσει στην Ανταρκτική. Οι γνώσεις μου στην μηχανική (τεχνική και ρευστών) με βοήθησε αρκετά, το ίδιο και οι γνώσεις που αποκόμισα στην Αγκάρθα…

…ένα παράξενο μήνυμα έφτασε σήμερα. Ήταν από τον επονομαζόμενο “θείο”. Έλεγε πως έπρεπε να βρούμε το αντικείμενο που γύρευε πάση θυσία. Όταν τον ρώτησα τι ήταν και γιατί το γύρευε τόσο παθιασμένα, δεν πήρα κάποια ορθή απάντηση. Μόνο κάτι ασυναρτησίες πως με αυτό πρόκειτε να ξεκλειδώσει τα μυστικά όλων των πιθανών συμπάντων, να αποκτήσει την δύναμη των θεών και την υπέρτατη ενόραση. Σε κάθε πρόταση έβλεπα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του να αλλοιώνονται και να μετατρέπονται σε κάτι αλλόκοσμο και εξωγήινο. Ίσως να οφειλόταν σε παρεμβολές, σίγουρα όμως ο συγκεκριμένος κύριος είναι άκρως επικίνδυνος και παράφρων.

-

Δεν ξέρω πόσο καιρός έχει περάσει, μα σίγουρα είναι πολύς, μπορώ να το καταλάβω από τις χαρακιές που αφήνει ο χρόνος πάνω στα κορμιά μας. Η έλλειψη του γιού μας και η ανάγκη να γυρίσουμε στην θαλπωρή του σπιτιού μας, είναι πιο έντονη από ποτέ, τόσο σε ‘μένα όσο και στη Μαρία. Προσπαθώ να βρω αποθέματα δύναμης για να τελειώσω αυτή την αποστολή.

Μπόρεσα, ως παράπλευρο σχέδιο, να κατασκευάσω μια μηχανή προβολής. Με αυτήν ο γιος μου, αν ποτέ φτάσει εδώ, θα μπορέσει να δει όσα είδα και να νιώσει όσα ένιωσα. Μαζί με αυτήν θα αφήσω και ένα σημείωμα για το τι πρέπει να προσέχει. Η χαμένη γλώσσα των αγγέλων θα του υποδείξει τον σωστό δρόμο, πιστεύω.

Ένα γερό χτύπημα στα μηλίγγια του τον καθήλωσε στο έδαφος. Ένιωθε να πνίγεται με την μεταλλική γεύση του αίματος που γέμιζε το στόμα του. Όσο και να έσφιγγε τα δόντια ο πόνος δεν έφευγε, όσο και αν έφτυνε το αίμα δε σταμάταγε να ρέει. Το μόνο που ήθελε να συγκρατήσει από τον χαμό ήταν η τελευταία παράγραφος. Ένα σημείωμα γι’ αυτόν στην γλώσσα των αγγέλων. Το ήξερε, το από που όμως του ήταν άγνωστο, πως αυτή η γλώσσα ήταν η ενωχική. Πολύ θα ήθελε να θυμηθεί και το περιεχόμενο του σημειώματος, μα κάθε του προσπάθεια κρίθηκε αναποτελεσματική. Έπιασε στα χέρια του το τελευταίο βιβλίο, αυτό ήταν επενδυμένο με ένα μαύρο σαγρέ δέρμα, το άνοιξε και είδε πως μέσα υπήρχε μόνο μια σελίδα με γράμματα και σύμβολα.

-

Το μέσο που θα μας μεταφέρει στην άγονη Ανταρκτική είναι επιτέλους έτοιμο. Μια ανάμιξη ναυπηγικής και μηχανικής που με κάνει πραγματικά περήφανο. Η κατασκευή πραγματοποιήθηκε και την κατάλληλη περίοδο, μιας και περίεργοι σεισμοί σείουν ολάκερη την ήπειρο, πελώρια κύματα σχηματίζονται και για καλή μας τύχη σταματάνε απότομα εκεί που αρχίζουν οι πέτρινοι προστάτες. Κανένα σημάδι του Κοπέρνικου ακόμα, ήλπιζα ως τώρα να βρισκόταν μαζί μας και να συνεχίζαμε το ταξίδι μας όλοι μαζί. Η Μαρία με θεωρεί υπεύθυνο για όλα όσα τραβάμε και το κυριότερο πως θα είμαι υπεύθυνος και για τον θάνατο του γιου μας. Δεν μπορώ να την κακολογήσω ούτε να την δώσω άδικο. Έχει δίκιο όσο έχω κι εγώ. Χωρίς τις θυσίες μου τίποτα απ’ όλα αυτά τα θαυμαστά πράγματα που είδαμε και καταγράψαμε δεν θα ήταν εφικτό. Όσον αφορά τον γιο μας πιστεύω πως θα βρει τον δρόμο του, είναι γεννημένος για μεγάλα πράγματα, ένας αυθεντικός πρωτοπόρος εξερευνητής.

-

Ο Κοπέρνικος ήρθε! Λίγο πριν σηκώσουμε άγκυρα, εκμεταλλευόμενοι την χρονική περίοδο παύσης των πελώριων κυμάτων.

Ήρθε μα είναι τελείως διαφορετικός από αυτό που είχα κατά νου. Η Μαρία δε μπορεί να το δει ή δε θέλει. Φαίνεται σαν να μην υπάρχει δράμι ανθρωπιάς επάνω του, σαν να έχει μετατραπεί σε κάτι… δεν μπορώ να το εξηγήσω.

Έχει χαραγμένο στο χέρι του ένα παράξενο σύμβολο. Δεν το έχω ξαναδεί, θα το καταγράψω όμως εδώ για παν ενδεχόμενο.       



 

Το κεφάλι του ήταν έτοιμο να σπάσει, να διαλυθεί σε εκατομμύρια κομμάτια. Το αίμα στο στόμα του του δημιουργούσε ένα αίσθημα πνιγμού. Προσπαθούσε απεγνωσμένα να ανασάνει…

…τα πάντα άρχισαν να γυρίζουν, το ξεφλούδισμα είχε ξεκινήσει και τώρα ήταν πιο επώδυνο από πριν. Ένιωθε το κορμί του να διασπάται, κάθε μέλος να θέλει να αποκολληθεί. Το επώδυνο ταξίδι έλαβε τέλος από ‘κει που άρχισε, από το μικρό σαλόνι του. Μάταια προσπαθούσε να συνέλθει, ένιωθε εγκλωβισμένος μες στο ίδιο του το κορμί και ένιωθε να πνίγεται και να μην μπορεί να πάρει την παραμικρή ανάσα. Καμιά μέθοδος αυτοσυγκέντρωσης και κανένα πανί με εκχύλισμα ευκαλύπτου δε θα τον βοηθούσε.

Κοίταζε με ταραχή τα χέρια του. Στο μέσο του δεξιού πήχη υπήρχε ένα αχνό χαραγμένο σύμβολο, ήταν ίδιο μ’ αυτό που είχε δει στο τελευταίο βιβλίο. Θα ορκιζόταν πως δεν το είχε πριν επάνω του, μα δε μπορούσε να είναι απόλυτα σίγουρος. Για τίποτα δε μπορούσε να είναι πλέον σίγουρος.


Συνεχίζεται...

Σχόλια

Τα καλύτερα