Το δάσος της Λήθης 30 - Μουσικές Ιστορίες#3
30.
Ο βασιλιάς άρχισε πλέον να νιώθει την πίεση ολόγυρά του να μεγαλώνει. Σαν ένας παράξενος κλοιός να σφίγγει αργά και μεθοδικά. Να του κλείνει κάθε δυνατότητα εναλλακτικής δράσης, να τον παγιδεύει μέσα στη ροή των γεγονότων. Είχε ήδη απέναντί του τον Άλαντ, ο οποίος ήταν πια για την ασφάλειά του, ένας θανάσιμος κίνδυνος. Το θέμα όμως άρχισε να μπαίνει και μέσα στην ίδια του την οικογένεια. Οι σχέσεις του με το γιο του αλλά και διάδοχο, τον Μέλιαν, πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο. Βλαστημούσε την ώρα και τη στιγμή που είχε αφήσει την πνευματική του γαλούχηση στα χέρια του σοφού γέρου αλλά και της γυναίκας του. Σύντομα μάλιστα θα το διαπίστωνε ακόμα πιο έντονα.
Η
βασίλισσα Άλμπα μπήκε στην αίθουσα του θρόνου αγέρωχη και επιβλητική. Δεν ήταν
συνηθισμένη σε τέτοιες εμφανίσεις αλλά έβλεπε ότι τα πράγματα στο εσωτερικό του
σπιτιού της έπαιρναν διαστάσεις όχι απλά απρόβλεπτες αλλά επικίνδυνες. Βρήκε
τον άντρα της και βασιλιά να κάθεται βλοσυρός στο χώρο.
«Επιτέλους
σε βρίσκω Ζάρεκ!» του είπε μονομιάς.
Εκείνος
γύρισε και την κοίταξε. Δεν ήταν από τα πρόσωπα, με τα οποία ήθελε κάποια
κουβέντα αυτή τη στιγμή.
«Τι
θέλεις;» της πέταξε.
«Δεν
νομίζεις ότι ήρθε η ώρα να μου πεις κάποια πράγματα; Για πόσο ακόμα θα τα
κρύβεις;»
«Γυναίκα!
Είμαι σε μια κατάσταση που δεν έχω την παραμικρή διάθεση να ασχοληθώ με τις
ιδεοληψίες ή παραξενιές σου».
Εκείνη
δεν δίστασε να ανεβάσει τον τόνο της φωνής της.
«Παραξενιές;»
«Ναι
παραξενιές! Έχω πολύ σοβαρότερα προβλήματα από όσο υπολογίζεις… για αυτό άφησέ
με», της απάντησε υποτιμητικά.
«Παραξενιές
λοιπόν η σχέση σου με τον ίδιο σου το γιο! Παραξενιές το ότι είναι σε έξαλλη
κατάσταση μαζί σου! Παραξενιές που βάζεις απέναντί σου το ίδιο σου το αίμα, την
οικογένειά σου. Τι συμβαίνει βασιλιά μου; Ποιο είναι το διακύβευμα αυτής της
διάλυσης των πάντων; Προς τι ο πανικός σου;»
Ο
Ζάρεκ αγρίεψε.
«Δεν
είναι η θέση σου να κρίνεις πράγματα που αγνοείς. Πάψε να αναπαράγεις τα
ψευτοκλάματα του γιου σου».
«Μήπως
αυτά που αγνοώ πρέπει να τα μάθω; Τι προτιμάς; Να σέρνονται γύρω μας; Να παραμορφώνονται
εντελώς; Να μην ξέρω που είναι η αλήθεια και που το ψέμα σου; Νομίζεις ότι
είμαι τυφλή; Ή επειδή σέβομαι τη θέση μου και δεν σου έχω αντιμιλήσει».
«Άκου
Άλμπα, η θέση σου είναι εκεί που σε ορίζουν τα καθήκοντά σου. Μην μπλέκεσαι!»
«Τι
είναι αυτό που σε κυνηγάει απ’ το παρελθόν σου βασιλιά και σύζυγέ μου; Τι έχει
ακριβώς συμβεί λίγο πριν φτάσω με τον πατέρα μου στο Φόριεν για να
παντρευτούμε; Ποια είναι αυτή η γυναικεία μορφή που σε στοιχειώνει; Τι
λογαριασμούς έχει μαζί σου;»
«Πάψε
τρελάθηκες;» αντέδρασε εκείνος γεμάτος έκπληξη από το σθένος της που πρώτη φορά
έβλεπε.
«Ζούμε
στον τρόμο Ζάρεκ, στη σκιά αλλόκοτων γεγονότων. Ένα τέρας στο βουνό, μια
γυναίκα που απειλεί την ίδια σου τη ζωή, τι έχεις κάνει λοιπόν;»
«Θράσος!
Αυτό σε κατέχει! Ένα θράσος μιας γυναίκας που απέκτησε όνομα και δύναμη δίπλα
μου και έρχεσαι τώρα να μου υψώσεις τη φωνή; Σταμάτα πριν είναι αργά!» φώναξε
εκτός ελέγχου στα μούτρα της.
Εκείνη
αγέρωχη απάντησε:
«Τι
θα μου κάνεις βασιλιά; Μήπως κινδυνεύει η ζωή της βασίλισσας με όσα λέω; Μήπως
θα είμαι το επόμενο θύμα σου; Λοιπόν;»
Ο
Ζάρεκ κοκκίνισε και το αίμα του ανέβηκε στο κεφάλι του. Το χέρι του σηκώθηκε
βαρύ και ένα οργισμένο χαστούκι προκάλεσε σοκ στην γυναίκα του και βασίλισσα.
Όρμηξε πάνω της, την άρπαξε απ’ το χέρι ενώ με το άλλο την έπιασε απ’ το λαιμό:
«Μία
κουβέντα ακόμα!» ούρλιαξε, «μία κουβέντα ακόμα και…»
Τα
μάτια τους ενώθηκαν σε δύο βλέμματα που πετούσαν φωτιές για διαφορετικούς
λόγους. Εκείνου της οργής, εκείνης της έκπληξης. Της απόλυτα οδυνηρής έκπληξης
καθώς, οι καλά καλυμμένες πτυχές της ταυτότητας του άντρα της, έβγαιναν μπροστά
της με εκκωφαντικό τρόπο. Παρ’ όλα αυτά βρήκε το κουράγιο και του απάντησε.
«Και;
Τι; Θα με σκοτώσεις; Και ύστερα τι έχει σειρά; Ο γιος σου; Και μετά τι; Που θα
σταματήσεις;»
Την
έσπρωξε πέρα.
«Ο
γιος μου… πόσο λάθος έκανα που τον εμπιστεύτηκα στα χέρια σου. Τα δικά σου και
εκείνου του φιδιού του Άλαντ… και αντί τώρα να είναι δίπλα μου συνεχιστής και
δυναμικός… πόσο μετανιώνω για αυτό…» της απάντησε.
Εκείνη
τακτοποίησε την εμφάνισή της. Στάθηκε με αξιοπρέπεια.
«Ο
γιος σου… Ο κόσμος του ολάκερος αυτή τη στιγμή γκρεμίζεται… να μπορούσες να το
καταλάβαινες αυτό… τι γίνεται μέσα του…»
«Άφησέ
τον… θα συνέλθει. Θα καταλάβει και θα συνέλθει. Είναι δυνατός σαν τον πατέρα
του!»
Η
Άλμπα ξεκίνησε να βηματίζει φεύγοντας από την αίθουσα. Σταμάτησε και του είπε:
«Δεν
ξέρω τι είναι αυτό που σε κυνηγάει στο δάσος βασιλιά μου, δεν ξέρω τι σε δένει
μ’ αυτή τη γυναίκα μαζί αλλά… πρόσεχε!»
Διάβηκε
στο διάδρομο και σε λίγο είχε χαθεί από μπροστά του.
Ένας
ακόμα κρίκος στα ήδη υπάρχοντα προβλήματά του. Και η γυναίκα του στην αλυσίδα
μετά από το γιο του. Το παιδί του. Ανατρίχιασε. Υπήρχε όμως και κάποιο άλλο
παιδί! Εκείνης! Και ζούσε μάλιστα εδώ στο Φόριεν. Χρόνια! Κάτω απ’ τη μύτη του.
Μα… πως είναι δυνατόν, σκέφτηκε. Αν… αν όλα αυτά δεν ήταν παρά μυθεύματα του
Άλαντ, αυτού του παλιόγερου για να τον παγιδέψει; Για να τον βγάλουν απ’ τη
μέση; Ένας κύκλος συνωμοσίας μ’ αυτήν την καταραμένη και άλλους; Ποιους όμως;
Ένιωθε μια παράνοια αμφιβολίας να γυρεύει να ελέγξει το μυαλό του. Ολόγυρά του
σκιές, εχθροί, επιβουλές. Τι ήταν αλήθεια; Μα την Αρμάντια… την είδε! Εκείνο το
βράδυ την είδε! Δεν λάθεψε… Σκέφτηκε πως αν το παιδί της υπάρχει, τότε έχει και
δικαιώματα στο βασίλειο. Έδειξε να υποφέρει άσχημα από όλες αυτές τις σκέψεις.
Έπρεπε να περιμένει τις ενέργειες του Ντέμιαν, δεν γινόταν αλλιώς. Εκτός αν…
αποφάσιζε να κινηθεί ο ίδιος. Ήταν άραγε η ώρα; είχε περιθώρια και ποια;
Ο Άλαντ έφυγε από το παλάτι με αντιφατικά συναισθήματα. Από τη μία ήταν σοκαρισμένος από την νέα επίθεση του βασιλιά εναντίον του. Αυτή τη φορά με μια αγριότητα που ξεπερνούσε κάθε όριο οργής. Ήταν κάτι πιο διαφορετικό, πιο ωμό από την πρώτη φορά που είχαν συγκρουστεί τότε με το δεύτερο περιστατικό. Δεν είχε δει ποτέ του έτσι το βασιλιά Ζάρεκ. Απέναντί του δεν είχε τον άνθρωπο που του είχε παραδώσει το παιδί του για να του δώσει γνώση, σοφία και τέχνες. Πόσο σκοτάδι μπορούσε να κρύβει αυτός ο άνθρωπος τελικά κάτω από το προσωπείο του. Από την άλλη ένιωθε ήρεμος. Όσο και αν ακούγονταν εξωφρενικό κάτι τέτοιο, ήταν αλήθεια. Βγήκε από μέσα του όλη εκείνη η συσσωρευμένη αγωνία των τελευταίων καιρών. Είχε το σθένος να σταθεί απέναντι στον ηγεμόνα και να του φωνάξει κατάματα την αλήθεια. Έφυγε ένα μεγάλο βάρος από την ψυχή του.
Όμως
τώρα άρχιζε μια καινούργια φάση, πολύ πιο δύσκολη από αυτήν. Και μάλιστα διπλή.
Ήταν σίγουρος ότι ο βασιλιάς δεν θα το άφηνε όλο αυτό έτσι. Θα αντιδρούσε! Αλλά
δεν ήξερε αυτή τη στιγμή ποιες θα ήταν αυτές οι αντιδράσεις και σε ποια
κατεύθυνση. Το άλλο κομμάτι αφορούσε τον μαθητή του, τον πρίγκηπα και διάδοχο
Μέλιαν. Τα γεγονότα δεν μπορούσαν πλέον να κρυφτούν. Φώναζαν, κραύγαζαν. Θα
είχαν συνέπειες και επακόλουθα. Και ο νεαρός γιος του βασιλιά δεν μπορούσε να
μένει στο σκοτάδι. Θα έρχονταν η ώρα που θα σήκωνε στην πλάτη του ευθύνες, τις
οποίες για να διαχειριστεί, θα έπρεπε να είναι άριστα ενημερωμένος για όλα. Και
κατ’ επέκταση και η μνηστή του, η Ελεάνορ. Δεν θα μπορούσε να μείνει μήτε
εκείνη, έξω απ’ το χορό.
Του
είχε μηνύσει να έρθει να τον βρει. Έπρεπε να έρθει! Τον περίμενε με μεγάλη
αγωνία και άγχος. Ο χρόνος περνούσε και ένιωθε στα δώματά του, σαν θηρίο στο
κλουβί. Άραγε τι θα είχαν συζητήσει με τον πατέρα του μετά που έφυγε; Το κεφάλι
του έκαιγε στην αγωνία. Ο ήλιος έγερνε πια στην αγκαλιά της γης κάτω στη δύση
και οι πρώτες σκιές της νύχτας άρχισαν να τυλίγουν το σπίτι του και το Φόριεν.
Προσπαθούσε να σκεφτεί, ποια στάση θα έπρεπε τώρα να ακολουθήσουν. Τι θα
έκαναν. Σκέψεις, φόβοι, αγωνίες. Και εκεί που όλα πήγαιναν σε μια γιορτή στην
πόλη, σε ένα γάμο, τώρα ξαφνικά όλα γέμιζαν λες με μια γκρίζα ομίχλη που
σκέπαζε με ταχύτητα τα πάντα. Έτσι βυθισμένος στις σκέψεις του δεν ένιωσε για
πότε το σκοτάδι έζωσε τα πάντα έξω. Είχε πια βραδιάσει για τα καλά και η σιωπή
της νύχτας κυριαρχούσε παντού.
Είχε
απορροφηθεί εντελώς όταν ένα χτύπημα κανονικό έξω στην κεντρική πόρτα του
σπιτιού τον έκανε να στρέψει την προσοχή του προς τα εκεί. Κάποιος χτυπούσε.
«Επιτέλους,
ο Μέλιαν!» σκέφτηκε και έτρεξε να ανοίξει τη μεγάλη ξύλινη πόρτα. Το έκανε με
μεγάλη αφέλεια αλλά λάθεψε εντελώς στην υπόθεσή του για τον ή μάλλον τους
νυχτερινούς του επισκέπτες. Με το που άνοιξε την πόρτα, μια ομάδα από τέσσερις
στρατιώτες εισέβαλλε με φανερή αυθάδεια στο μεγάλο δώμα του. Ο Άλαντ απόρησε
αλλά και ανησύχησε μαζί!
«Τι
θέλετε; Ποιος σας έστειλε;» απηύθυνε το ερώτημά του αλλά δεν πήρε απάντηση. Οι
στρατιώτες τον παραμέρισαν με εμφανή επιθετικότητα και μπήκαν στο δώμα. Δύο από
αυτούς τον ώθησαν προς τα μέσα. Ήταν πάνοπλοι και με άσχημες διαθέσεις.
«Θα
μιλήσετε; Τι θέλετε από μένα;» κατάφερε να ρωτήσει ξανά. Και πάλι σιωπή και
βλοσυρά βλέμματα. Την ίδια στιγμή άκουσε βαριά τα βήματα πάνω στο ξύλινο
δάπεδο. Γύρισε προς την πόρτα. Τα μάτια του άνοιξαν με ακόμα μεγαλύτερη απορία
και φόβο. Στο κατώφλι της πόρτας στάθηκε η επιβλητική μορφή του ίδιου του
Ντέμιαν, του αρχηγού του στρατού. Έτσι όπως ήταν, με το ογκώδες σώμα του, τα
δυνατά και μακριά του χέρια, οπλισμένος, φάνταζε σαν αποκρουστική μορφή στις
αντανακλάσεις των σκιών από το φως των κεριών και των φαναριών στο μεγάλο χώρο.
«Εσύ
εδώ; Τι θες;» ρώτησε.
Ο
αρχηγός του στρατού και άμεσος συνεργάτης του βασιλιά έκανε κάποια πρώτα βήματα
προς το εσωτερικό του μεγάλου δώματος. Άπλωσε τα μεγάλα χέρια του μπροστά στον
Άλαντ. Στο πρόσωπό του σχηματίστηκε ένα τρομερό χαμόγελο.
«Δεν
θα με καλωσορίσεις σοφέ δάσκαλε του Φόριεν;» ακούστηκε η φωνή του με
εμφανέστατη την ειρωνεία και την πρόκληση. Ο Άλαντ δεν έχασε τη δύναμή του.
«Θα
μπορούσα να το κάνω στρατηγέ Ντέμιαν αν μου είχες αναγγείλει την επίσκεψή σου», του απάντησε ευφυέστατα. Ο
Ντέμιαν συνέχισε τα βήματά του στο εσωτερικό. Βήματα αργά και αποφασιστικά. Το
βλέμμα του εξέταζε τα πάντα γύρω του.
«Ιδού
λοιπόν το ιδιαίτερο βασίλειο του σοφού δάσκαλου της πόλης…» ακούστηκε ξανά, «βιβλία,
πάπυροι, περγαμηνές, σκεύη από παλιά. Ιστορίες θαμμένες στο χρόνο, θρύλοι και
παραδόσεις. Πρόσωπα χαμένα. Κατάρες ανίκητες και πλάσματα του τρόμου…»
Ο
Άλαντ τον κοίταζε προσεκτικά προσπαθώντας να ανιχνεύσει τις προθέσεις του. Ήδη
οι στρατιώτες είχαν πάρει θέση στο δώμα περιμετρικά.
«Δεν
βλέπω τι μπορεί όλα αυτά να ενδιαφέρουν τον αρχηγό του στρατού… αλλά, αν το
κάνουν, το θεωρώ πολύ σημαντικό», απάντησε πάλι.
Μεταξύ
τους είχε ξεκινήσει ένας παράξενος διάλογος που, θα νόμιζες σίγουρα, ότι
ακροβατούσε σε επικίνδυνα μονοπάτια. Ο Ντέμιαν συνέχισε:
«Ο
παλιός κόσμος σοφέ Άλαντ… είναι στιγμές που βγαίνει μέσα απ’ τα σκοτάδια του
για να έρθει να μπλεχτεί στο σήμερα. Να αλλάξει τις ισορροπίες του παρόντος, να
προκαλέσει, να ταράξει. Και είναι και κάποιοι που αρέσκονται να το κάνουν αυτό.
Να ψάχνουν, να ανοίγουν πύλες, να κατεβαίνουν σκαλοπάτια. Να βρίσκουν
ημερολόγια και να τα φέρνουν στο φως μετά από χρόνια!» σε αυτό το τελευταίο η
φωνή του Ντέμιαν ανέβηκε αισθητά. Ο Άλαντ κατάλαβε. Ο συνεργάτης του βασιλιά,
το alter
ego
του στις δολερές
αποφάσεις, ήξερε!
«Τι
ζητάς από μένα Ντέμιαν; Μίλα καθαρά!» πρόταξε τη σκέψη του. Εκείνος ήρθε κοντά
του. Στάθηκε απειλητικά μπροστά του σκεπάζοντας με τον όγκο του. Το ύφος του
άλλαξε απότομα. Τα μάτια του γέμισαν φωτιά και μίσος.
«Δεν
με νοιάζουν μήτε οι φιλοσοφίες σου, μήτε τα γραπτά σου γέροντα! Δεκάρα δεν δίνω
για αυτά. Όμως ο σκοπός σου να φέρεις τα πάνω κάτω στο βασίλειο με κόφτει! Δεν
ξέρω ποια σκοτάδια σου θόλωσαν το κεφάλι αλλά τελευταία ψάχνεις πολύ και
φέρνεις στην επιφάνεια αλλόκοτα πράγματα για τα οποία δεν έχεις καμιά δουλειά
να ανακατεύεσαι».
«Για
τι πράγμα μιλάς;» έκανε ο Άλαντ, προσπαθώντας να κερδίσει χρόνο.
«Ξέρεις
πολύ καλά για τι λέω. Άπλωσες τα χέρια σου μακριά, σε χρόνια και πράγματα
θαμμένα και ξεχασμένα. Σταμάτα λοιπόν πριν είναι αργά».
«Αν
λες ξεχασμένα πράγματα το πλάσμα που γυροφέρνει στο δάσος και σκορπά το θάνατο,
αν μιλάς για τη μαύρη βασίλισσα, τότε όχι απλά δεν είναι ξεχασμένη αλλά έχει
μια ολάκερη αιτία πίσω της».
Ο
Ντέμιαν έγινε ακόμα πιο επιθετικός.
«Άκου
γέροντα! Δεν έχεις καμία δουλειά να μπλέκεις με τέτοιες ιστορίες».
«Ξεχνάς
αρχηγέ του στρατού ότι διαταγή του ίδιου του βασιλιά εκτελώ, να ψάξω για το τι
συμβαίνει».
Ο
Ντέμιαν τον άρπαξε από το λαιμό με το μεγάλο χέρι του.
«Φτάνει!
Όσα έμαθες και μετέφερες στον βασιλιά καλά θα κάνεις να τα ξεχάσεις αμέσως!
Άκουσες; Για δικό σου καλό μην διανοηθείς να μεταφέρεις όλες αυτές τις αηδίες
σε κανέναν τρίτο γιατί είσαι τελειωμένος! Έγινα σαφής;»
Ο Άλαντ έκανε μια κίνηση ασυνήθιστη για αυτόν.
Κατέβασε το χέρι του Ντέμιαν κάτω ξαφνιάζοντάς τον. Η φωνή του ακούστηκε
δυνατά:
«Είναι
η τρίτη φορά μέσα σε λίγο καιρό που δέχομαι άμεσες απειλές για τη ζωή μου. Δύο
από το βασιλιά και τώρα από σένα. Φαίνεται έχω γίνει πολύ σημαντικός για εσάς ή
πολύ επικίνδυνος για τις αλήθειες που έχω».
Ο
Ντέμιαν ξεπέρασε τον ξάφνιασμα. Το δυνατό του χέρι άρπαξε ξανά τον γέροντα απ’
το λαιμό. Αυτή τη φορά τα δάχτυλά του έσφιξαν σαν τανάλιες σταματώντας τον αέρα
του στο ελάχιστο. Έσυρε το δάσκαλο στον κέντρο του δωματίου με ορμή.
«Είπες
πολλά και δεν σε ωφελούν. Μη διανοηθείς να ανοίξεις το στόμα σου πουθενά
άκουσες; Γιατί θα σε βρουν κομμάτια!»
Τον
έσπρωξε με τέτοια βία που ο Άλαντ έχασε την ισορροπία του και κύλισε στο πάτωμα
παρασύροντας διάφορα πράγματα στην πτώση του. Ο Ντέμιαν τράβηξε το μεγάλο σπαθί
του και με μεγάλα βήματα τον πλησίασε. Η κοφτερή του άκρη στάθηκε στο λαιμό του
γέροντα.
«Αν
ανοίξεις το στόμα σου στον Μέλιαν ή σε οποιοδήποτε άλλο τότε, πριν σε κάνω
κομμάτια, θα δεις πράγματα για τα οποία θα πονέσεις πριν το δικό σου θάνατο!»
ούρλιαξε μπροστά του.
Η
πόρτα πίσω τους άνοιξε με πάταγο.
«Τι
συμβαίνει εδώ; Άλαντ! Τι γίνεται; Τι κάνετε;»
Η
φωνή του Μέλιαν ακούστηκε στεντόρεια μέσα στη νύχτα στο σπίτι του δάσκαλου.
Είδε τον Άλαντ κάτω με το βλέμμα του να τον κοιτά γεμάτο απόγνωση και τον
Ντέμιαν να γυρίζει πλέον προς το μέρος του αργά και απειλητικά, κραδαίνοντας το
σπαθί του στο χέρι. Είχε πλησιάσει τον Μέλιαν σε απόσταση βολής.
Συνεχίζεται...
Πω πω αγρίεψαν τα πράγματα. Οι δολοφόνοι θρασύτατοι απειλουν τον Άλαντ. Τι ξεπεσμός για τον Ζάρεκ. Βέβαια αν δεν ερχόταν ο Μέλιαν θα έμεναν στις απειλές μόνο; Για να δούμε πώς θα αντιδράσει στον διάδοχο ο αρχηγός του στρατού. Τι μούτρο!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠεριμένουμε εναγωνίως τη συνέχεια ...έχει φοβερό ενδιαφέρον
Αλλά εκείνο που είναι πιο σιχαμερό από όλα είναι η συμπεριφορά του Ζάρεκ στη γυναίκα του. Στην Άλμπα... Ανήκουστο!!
Καλή συνέχεια Γιάννη . Αναμένουμε...
Όταν ένας άνθρωπος είναι βουτηγμένος στην κακία, στο δόλο και στην νοσηρή αρχομανία, τότε Άννα μου, δεν έχει αναστολές πουθενά! Μάλιστα, εκείνη την εποχή που η αντίληψη της εξουσίας ισοδυναμούσε με "ελέω Θεού" βασιλεία. Ο Άλαντ κινδυνεύει αλλά μαζί του είναι στο μάτι του κυκλώνα και ο Μέλιαν. Τι θα γίνει στη συνέχεια; Ο Ντέμιαν δεν είναι άνθρωπος που θα διστάσει να σκοτώσει.
ΔιαγραφήΣε ευχαριστώ πολύ καλή μου φίλη για το σχόλιο και την παρουσία σου.
Τα φιλιά μου.
Α Γιάννη μου μικρό το κεφάλαιο! Τι έγινε θα καλοκαιριάσει και θα είμαστε στην αγωνία; Τώρα θα ήθελα να κοπεί το θράσος του Ντέμιαν και να ταρακουνηθεί ο θρόνος του Ζάρεκ. Εδώ ήθελα μια παρέμβαση από την Αρμάντια. Για να δούμε τι θα γίνει παρακάτω με τον θρασύδειλο Ζάρεκ που τόλμήσε να σηκώσει χέρι στην άψογη γυναίκα του!
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαχαχαχαχαχα Μαίρη μου. Φροντίζω να κρατήσω συντροφιά καλοκαιρινή. Ναι, είμαστε σε στιγμές έντασης. Όλοι κινδυνεύουν. Ο Άλαντ, ο Μέλιαν, η Άλμπα. Όλοι! Ο θάνατος παραμονεύει. Θα χτυπήσει ξανά;
ΔιαγραφήΕυχαριστώ γλυκιά μου φίλη για τη συμμετοχή και το μοίρασμα των σκέψεών σου.
Δυναμικό κεφάλαιο με σημαντικές εξελίξεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ βασίλισσα δείχνει έναν δυναμικότερο χαρακτήρα απ' όσο είχαμε συνηθίσει.
Ο Μέλιαν, έρχεται πια αντιμέτωπος με τον αδίσταχτο χαρακτήρα του πατέρα του, μέσα από την επίθεση στο σοφό του δάσκαλο, η οποία δεν ξέρουμε πως θα εξελιχθεί για εκείνον.
Η συνέχεια έχει μεγάλη αγωνία.
Τι θα γίνει με τον Μέλιαν. Γιατί ο Ντέμιαν έχει αποδείξει πως είναι αδυσώπητος.
Τι θα γίνει με τον Άλαντ και τι ετοιμάζει η Μοίρα με την Αρμάντια.
Αγωνιούμε.
Περιμένουμε με χαρά τη συνέχεια.
Καλό απόγευμα Γιάννη !
Καλώς το κορίτσι μας! Την αγαπημένη μας αναγνώστρια μαζί εδώ στην παρέα του "δάσους".
ΔιαγραφήΝαι, τόσο ο Άλαντ όσο και ο Μέλιαν είναι πλέον σε άμεσο κίνδυνο. Ως που θα φτάσει το δολοφονικό χέρι του βασιλιά και του οργάνου του; Τι θα αποτολμήσουν; Πλέον βρισκόμαστε εν βρασμώ Μαρίνα μου και κάθε κεφάλαιο είναι και ένα σκαλοπάτι στην κορύφωση. Μας περιμένουν πολλά και σημαντικά. Ευχαριστώ που είσαι κοντά μας γλυκιά μου. Με την καρδιά μου.