Το σταυροδρόμι - Μουσικές Ιστορίες#2
Το σταυροδρόμι
Λένε πως σ’ ένα μέρος
μακρινό υπάρχει ένα σταυροδρόμι. Κάποιοι το λεν το σταυροδρόμι των ψυχών,
κάποιοι άλλοι το σταυροδρόμι των ευχών και κάποιοι άλλοι το σταυροδρόμι του
χάρου. Διότι ετούτο το σταυροδρόμι είναι αδιαπέραστο και μόνο ελάχιστοι έχουν
γυρίσει πίσω, και αυτοί με μνήμη θολωμένη και την παράνοια αποτυπωμένη στο
βλέμμα τους. Ο μύθος κάνει λόγο πως σε ‘κείνο το πέρασμα ζει το πνεύμα της
Μητέρας Ωλένας, άλλοτε από τις πιο ευσεβής και ταπεινές μοναχές πούλησε την
ψύχη της στο διάβολο για έναν πειρασμό τόσο ασήμαντο μα και τόσο σημαντικό και
διατέλεσε ένα αμάρτημα παραπλήσιο με το προπατορικό. Έκτοτε ως αντάλλαγμα στον
διάβολο στοιχειώνει το σταυροδρόμι, προσπαθώντας να παρασύρει τους διαβάτες,
προσφέροντας απλόχερα τις πιο αχόρταγες επιθυμίες τους, με αντίτιμο όμως, την
ψυχή τους.
Ο Δρ. Γκριμ, γιατρός,
αλχημιστής, εραυνητής και πολέμιος του παραφυσικού, θα αναλάμβανε μια
απροσδόκητη όσο και δελεαστική αποστολή. Τον είχε προειδοποιήσει η σφαίρα της
ενόρασης που ποτέ δεν έπεφτε έξω. Έτσι ένα σκοτεινό πρωινό, από ‘κείνα που
μαύρα σύννεφα καλύπτουν τον ουρανό, προπομπό δυσοίωνων μαντάτων, κάποιος του
χτύπησε την πόρτα. Την άνοιξε για να δει ένα παιδί αλλιώτικο ίσως και
τρομακτικό, η ηλικία του ήταν απροσδιόριστη μα η φωνή και η αναλογία των άκρων
πιστοποιούσε πως επρόκειτο σίγουρα για ένα παιδί 15 χρονών. Το σώμα του κάλυπτε
ένας μαύρος μανδύας και για υποδήματα είχε ένα ζευγάρι φθαρμένα σανδάλια, από
κάτω δε φαινόταν να φοράει τίποτα. Ο Δρ. Γκριμ υπέθεσε πως ήταν κάποιο
κακοποιημένο παιδί, κόκκινες ουλές έκαναν την εμφάνισή τους στον λαιμό του οι
οποίες εκτείνονταν ως τον κορμό του και ακόμα παρακάτω. Τον ρώτησε από καθαρό
ενδιαφέρον αν είχε δεχθεί επίθεση από κανένα για να μην πάρει όμως καμία
απάντηση. Ως τέτοια έλαβε έναν υπόκωφο ρόγχο και το παράξενο παιδί του έδωσε
ένα φάκελο. Πάνω δεν έγραφε τίποτα όμως είχε μια παράξενη σφραγίδα. Ώσπου να
πάει στο γραφείο του για να πάρει τον χαρτοκόπτη το παιδί είχε εξαφανιστεί.
Όλη αυτή η παράξενη
ατμόσφαιρα τον εξίταρε, είχε καιρό να ασχοληθεί με οτιδήποτε περίεργο, οι
ανούσιες υποθέσεις και οι νεκροψίες που εκτελούσε του χάριζαν έναν αξιοπρεπές
μισθό μα τίποτα άλλο. Το γράμμα ήταν λιτό, σχεδόν τηλεγραφικό. Έλεγε πως έπρεπε
να ανακτήσει ένα αντικείμενο από το σταυροδρόμι των ψυχών, την περίφημη στους
αλχημικούς κύκλους “φιλοσοφική λίθο”. Βρισκόταν κλειδωμένη σε ένα κουτί κάτω
από ένα βράχο καμωμένο από μαύρη μαγεία. Η αμοιβή ήταν εξωπραγματικά
ικανοποιητική, μα ο Δρ. Γκριμ θα δεχόταν να την αναλάβει έστω και χωρίς να
λάβαινε τίποτα, και μόνο η χαρά πως θα είχε για λίγο στα χέρια του το
αντικείμενο του πόθου των αλχημιστών, του ήταν αρκετό. Έστω και αν δεν μπορούσε
να το ‘χει στην κατοχή του. Η επιστολή του κίνησε την περιέργεια, δεν ήταν
ακριβώς έρευνα μα πιο πολύ μια τυπική παραλαβή-παράδοση. Ίσως κάποιος άλλος να
το θεωρούσε μειονεκτικό προς το πρόσωπό του, μα όχι ο Δρ. Γκριμ. Όποιος και αν
τον είχε προσεγγίσει γνώριζε πως μόνο αυτός μπορεί να εκτελέσει και να
καταπολεμήσει μάγια, μόνο αυτός θα μπορούσε να προσεγγίσει το σταυροδρόμι, και
αυτό του ήταν αρκετό. Αυτό και η αμοιβή του.
Το ίδιο βράδυ αποφάσισε
να ξεκουραστεί και θα ξεκινούσε την επομένη την αποστολή του. Γι’ άλλη μια φορά
χρησιμοποίησε την σφαίρα της ενόρασης, ήθελε να είναι προετοιμασμένος, μα για
πρώτη φορά δεν μπόρεσε να δει κάτι, μόνο το απόλυτο σκοτάδι. Κακός οιωνός
σίγουρα. Έπεσε στο κρεβάτι ανήσυχος και είδε ένα όνειρο ζωντανό, από αυτά που
σε καθορίζουν και σε καθοδηγούν.
Στο όνειρό του εμφανίστηκε
ένας γέρος με κορμί κυρτωμένο. Στερέωνε το κορμί του πάνω σε ένα ροζιασμένο
ξύλο. Τον πλησίασε, το πρόσωπό του ήταν γεμάτο πράσινες φολίδες και τα μάτια εξέπεμπαν
μια κιτρινωπή λάμψη, φάνταζε σαν φίδι με πόδια. Η ανάσα του μύριζε θάνατο. Προσπαθούσε
να αρθρώσει τις λέξεις για να του μιλήσει. Έβγαλε μια τρεμάμενη φωνή, μα με μια
βαθιά και άγρια χροιά που σου έκοβε την ανάσα. Του είπε τότε πως θα έπρεπε να
βρει τον Ιεζεκιήλ που ήταν βαθιά κρυμμένος μες στο δάσος των Στεναγμών. Έπρεπε
να τον βρει προτού κινήσει για το σταυροδρόμι, διότι μόνο αυτός κατείχε το
μυστικό για να αποφύγει τον πειρασμό με το όνομα Μητέρα Ωλένα. Είπε αυτά και το
όνειρο διακόπηκε απότομα, σαν κάποιος να είχε κλείσει τον διακόπτη από κάποια
μηχανή προβολής. Ξύπνησε ιδρωμένος. Ένιωθε μια γλυκιά έξαψη σε όλο του το κορμί
η οποία δεν ήταν φυσιολογική. Μα και πάλι, ποιος και τι ήταν φυσιολογικό;
Την επόμενη μέρα καβάλα
στο άλογο, τον πιστό Αετό, κάλπασε προς το δάσος των Στεναγμών. Τον Ιεζεκιήλ
τον ήξερε, όχι φυσικά προσωπικά, η φήμη του άγγιζε την σφαίρα της φαντασίας. Ένας
αρχαίος δρυΐδης- αλχημιστής με γνώσεις τρομερές, έλεγαν πως ήξερε από μνήμης
κάθε ξόρκι από όλα τα αλχημιστικά βιβλία που είχαν γραφτεί ή επρόκειτο να
γραφτούν. Κατείχε την γνώση όλων των πεθαμένων και εν ζωή μάγων και γνώριζε πως
να χειραγωγεί τα στοιχεία της φύσης προς όφελός του. Η ηλικία του ήταν
απροσδιόριστη, λέγεται πως ήταν από τους μοναδικούς που είχε βρει την πηγή της ζωής,
είχε πιει το νερό της και είχε γυρίσει ζωντανός.
Ο Δρ. Γκριμ έφτασε σε
ένα ξέφωτο στη μέση του οποίου βρισκόταν ένα ετοιμόρροπο σπίτι. Καπνός έβγαινε από
την καμινάδα και έτσι υπέθεσε πως κάποιος υπήρχε μέσα. Ξεπέζεψε από τον Αετό
και πλησίασε τον σπίτι σαν καλύβα. Χτύπησε την πόρτα με φόβο μήπως την
διαλύσει. Δεν άργησε να ακούσει βήματα να πλησιάζουν. Έκανε ένα βήμα πίσω και
με το δεξί του χέρι έπιασε την χειρολαβή της βαλλίστρας. Η πόρτα άνοιξε και από
πίσω εμφανίστηκε ένας νεαρός άντρας, με έντονα χαρακτηριστικά και σφριγηλό
κορμί. Ο Δρ. Γκριμ τον κοίταξε ερευνητικά, δεν μπορεί να ήταν αυτός ή μήπως να
ήταν. Συστήθηκε μα δεν υπήρχε ανταπόκριση από τον νεαρό άντρα, ξεκίνησε όμως να
του μιλάει χωρίς συστάσεις, με λίγες λέξεις και λιτές προτάσεις. Του είπε πως
τον περίμενε, πως είχε ενωθεί μαζί του μέσω των ονείρων. Ο Δρ. Γκριμ τον ρώτησε
αν όντως ήταν αυτός ο Ιεζεκιήλ για να του απαντήσει καταφατικά μονολεκτικά. Φαινόταν
πως δεν ήθελε πολλά γιατί ξεκίνησε αμέσως να του λέει τι χρειαζόταν για να
προσεγγίσει το σταυροδρόμι. Του είπε πως θα έπρεπε να βρει την γριά φλαμουριά
και να πάρει ένα μέρος από το ζωτικό της υγρό, μ’ αυτό θα βούλωνε τα αυτιά του
και θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστος από τους πειρασμούς που ξεστόμιζε η
Μητέρα Ωλένα. Αφού τελείωσε του έκλεισε την πόρτα κατάμουτρα. Είχε λάβει τις πληροφορίες
που ήθελε και ήταν έτοιμος να ψάξει στο δάσος την γριά φλαμουριά.
Πιο βαθιά στο δάσος
ήταν το μέρος όπου πήγαιναν τα γέρικα δέντρα για να ζήσουν ήρεμα τις τελευταίες
τους δεκαετίες. Το ήξερε το μέρος καλά. Η μαγική του δύναμη ήταν μεγάλη και
εκεί γινόταν και η βάπτιση των νέων αλχημιστών, η αύρα του μέρους εισχωρούσε
και στον παραμικρό πόρο του σώματος των μυημένων. Το πλήθος των δέντρων στο σημείο
άλλαζε συνεχώς, μα τώρα ελάχιστα δέντρα απάρτιζαν την περιοχή. Ένας λυγμός
ακουγόταν, θα έπρεπε να είχε πεθάνει κάποιο από τα δέντρα. Ήταν ένας λυγμός που
έβγαινε από τα βάθη των κορμών των δέντρων. Πλησίασε την μοναδική φλαμουριά που
υπήρχε. Το δέντρο μαζεύτηκε και σταμάτησε τον λυγμό. Τίναξε δυνατά τα κλαδιά
του και έσκυψε προς το μέρος του Δρ. Γκριμ. Τον ρώτησε τι ήθελε με μια φωνή που
έσειε το έδαφος. Του απάντησε πως ήθελε λίγο από το ζωτικό της υγρό. “Τού”, τον
διόρθωσε και του συστήθηκε ως Λεμντόρ, 357 χρονών. Ο Δρ. Γκριμ συστήθηκε κι αυτός
με την σειρά του και επανέλαβε το αίτημά του, μα η απάντηση ήταν αρνητική. Δεν είχε
παρά ελάχιστα φυσικά υγρά και αυτά απαραίτητα για την ζωή του. Τότε του είπε
πως τον είχε στείλει ο Ιεζεκιήλ και πως το χρειαζόταν για να αντιμετωπίσει την
Μητέρα Ωλένα. Ο Λεμντόρ ξαφνιάστηκε και τεντώθηκε ανοίγοντας τα γέρικα κλαδιά
του. Τα δέντρα είχαν σε μεγάλη εκτίμηση τον Ιεζεκιήλ και μισούσαν τα καμώματα της
Μητέρας Ωλένας. Συμφώνησε να τον βοηθήσει και του είπε να πλησιάσει τον κορμό
του. Ο κορμός άρχισε να τρίζει και μέσα απ’ τον φλοιό άρχισε να στάζει ελάχιστο
κόκκινο ρετσίνι, ο Δρ. Γκριμ το πήρε, το έπλασε με τα χέρια του σε μικρούς
βόλους και το έβαλε στα αυτιά του. Ο Λεμντόρ έγειρε ελάχιστα προς το έδαφος και
άρχισε το χρώμα του να αλλάζει, να γίνεται γκρίζο. Καθώς έφευγε άκουσε και πάλι
εκ νέου τον λυγμό να ακούγετε, αυτή την φορά με μια φωνή λιγότερη.
Δύο μέρες του πήρε να
φτάσει στο σταυροδρόμι. Όσο πλησίαζε ένιωθε τις δυνάμεις του να τον
εγκαταλείπουν, μα εκείνος συνέχιζε απτόητος. Η λαχτάρα του να πιάσει στα χέρια
του την φιλοσοφική λίθο ξεπερνούσε την κάθε του αδυναμία. Το σταυροδρόμι ήταν
ακριβώς με όλες τις περιγραφές που είχε ακούσει. Δεν υπήρχε κάτι ζωντανό εκεί,
νεκρή φύση εκτείνονταν και στις τέσσερις κατευθύνσεις ως εκεί που έφτανε το
μάτι. Βρήκε την πέτρα καμωμένη με μάγια, μια μαύρη πέτρα με την μορφή της ανεπηρέαστη
από τον χρόνο και την φύση. Με ένα ξόρκι αποδέσμευσης κατάφερε να σπάσει τα
μάγια, η πέτρα ράγισε και άνοιξε στα δύο αποκαλύπτοντας ένα κουτί με αλχημικά
σύμβολα στο καπάκι του. Το σήκωσε με λαχτάρα, ήθελε όσο τίποτε άλλο να το
ανοίξει, να ρίξει μια ματιά στον απαγορευμένο θησαυρό. Πριν προλάβει να τον
ανοίξει ένιωσε στο σβέρκο του μια κρύα ανάσα. Γύρισε και την είδε. Μπροστά του
στεκόταν η Μητέρα Ωλένα, μια διάφανη αύρα σκοτεινή και τρομακτική, με ένα
πρόσωπο παραμορφωμένο από το κακό που ζούσε μέσα της. Την έβλεπε να ίπταται και
να του μιλάει, όμως εκείνος δεν την άκουγε. Η αύρα τότε φούντωσε και έβαλε
απότομα τα χέρια της πάνω απ’ τα αυτιά του και εκείνος τα ένιωσε, τόσο κρύα να
εισχωρούν ως μέσα του.
Η Μητέρα Ωλένα του
ξαναμίλησε. Τώρα την άκουγε και ο τρόμος τον παρέλυσε, η φωνή της είχε κάτι το
μεθυστικό, ακούγοντάς την έχανες την φυσική σου υπόσταση. Ήθελε να ουρλιάξει μα
δεν μπορούσε, ήθελε να μιλήσει μα η κάθε προσπάθεια κατέληγε σε μαχαιριά στο
στομάχι. Του είπε πως επιτέλους τον είχε φέρει εκεί που ήθελε, πως είχε φτάσει
ή ώρα του να την ακολουθήσει προς τις πύλες του κάτω κόσμου. Το σχέδιο της είχε
πετύχει ώστε να προσελκύσει τον αμαρτωλό προς το σταυροδρόμι. Είχε καταφέρει να
το δελεάσει και να τον κάνει να κρατήσει στα χέρια του το αντικείμενο που
λαχταρούσε όσο τίποτε στον κόσμο. Το έδαφος κάτω απ’ τα πόδια του άνοιξε και
εκείνος έπεφτε και έπεφτε ως τα έγκατα της γης, εκεί που βρισκόταν το σκοτεινό
βασίλειο και οι πύλες του. Η Μητέρα Ωλένα είχε καταφέρει να βγάλει από την μέση
τον άνθρωπό που ήθελε να καταστρέψει την φήμη της. Ήταν σίγουρη τώρα πως θα
συνέχιζε να στέλνει ψυχές στον αφέντη της και πως ίσως κάποια μέρα να κατάφερνε
να αποπληρώσει το χρέος της.
Παναγιά μου!!! Φοβερό γραπτό Γιώργο! Ανατρίχιασα!! Σαν να ήμουν εκεί και η Ωλένη σου νικήτρια πανηγύριζε!! Τι ωραία εικόνα με τα γέρικα δέντρα μαζεμένα να κλαίνε...και να περιμένουν το τέλος τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπράβο φίλε μου, οι μουσικές που ακους φταίνε; Να βάλουμε το επόμενο ένα ζειμπέκικο τι λες;
Μα και οι ονομασίες θαυμάσιες. Μπράβο Γιώργο μπράβο
Τα φιλιά μου
Άννα μου σ ευχαριστώ και χαίρομαι που απόλαυσες την ιστορία. Και μένα με συνεπήρε η ατμόσφαιρα και την έγραψα μονορούφι. Μαζί με το τραγούδι έκανα εικόνα και τις τοποθεσίες.
ΔιαγραφήΈνα είναι σίγουρο, πως οι μουσικές με εμπνέουν. Ο σκοπός του δρώμενου άλλωστε.
Περιμένω να μου πείτε προτεινώμενα τραγούδια και θα γίνει η επιλογή για το επόμενο.
Φιλιά Άννα.
Λοιπόν ένα θα σου πω, αφού πρώτα κατεβάσω την τρίχα μου που έχει σηκωθεί όρθια. Άλλαξε τα τραγούδια που ακούς. Στο επόμενο θα ήθελα την Ιτιά, ή τον Ζορμπά. Τι ιστορία εμπνεύστηκες φίλε μου που μας παραπλανάς με κάστρα και δράκους και μας στέλνεις στον κόσμο του παραμυθιού, για να μας περιμένεις στο σταυροδρόμι και να μας τη φέρεις; Όταν το είπες ένα παραμύθι ήρθε στο μυαλό μου, και τώρα με την υπέροχα γραμμένη ιστορία σου, θα κοιτάζω την Κοκκινοσκουφίτσα με μισό μάτι και καχυποψία για το καλάθι που κρατάει!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαίρη μου πολύ χαίρομαι που σου άρεσε.
ΔιαγραφήΗ τέχνη της παραπλάνησης δούλεψε. Προς υπεράσπισή μου έγω για παραμύθι το ξεκίνησα στο μυαλό μου, με μάγους και δράκους. Αόρατες δυνάμεις ζουν στο πληκτρολόγιο όμως. (Μικρά τελώνεια πάνω στα πλήκτρα, τα πατάω για να τα διώξω και γράφεται η ιστορία), αλήθεια :)
Περιμένω και προτάσεις για το επόμενο για να γίνει η επιλογή.
Την επόμενη φορά μη προσπαθήσεις να τα διώξεις, έτσι για αλλαγή πιάσε τους την κουβέντα. Κάποια ιστορία θα σου πουν κι αυτά! χαχχα
ΑπάντησηΔιαγραφήΕγώ πάλι θα επιμείνω στα τραγούδια που επιλέγει ο Γιώργος! Μάλιστα θα πρότεινα και αρκετά επικά ή symphonic metal. Έχω και πρόταση να κάνω χεχε και θα ψάχνουμε όλοι τις ...τρίχες μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΛοιπόν!
Γιώργο μου, το έχεις αγαπητέ φίλε και το απολαμβάνουμε. Η φαντασία σου και ο λυρισμός σου μέσα σε αυτήν στήνει εκπληκτικούς χορούς. Αυτή τη φορά είχαμε τον Δρ. Γκριμ και τον άνισο αγώνα του με την Ωλένα. Μυθικό σκοτεινό πλάσκα επιβλητικό βουτηγμένο στην κόλαση και σε άλλους κόσμους.
Και εγώ με τη σειρά μου θα πω ότι τα δέντρα με συγκίνησαν! Για αυτό μιλάω για τη φαντασία σου φίλε μου. Τι να πω. Ο τρόμος σου μοιάζει με αυτόν του Πόε που πραγματικά είναι τόσο μα τόσο ποιητικός.
Δεν ξέρω αλλά απολαμβάνω αυτήν την έκρηξη συγγραφής. Συγχωρείστε μου λίγο την καθυστέρηση. Έχω πολλά στο κεφάλι μου με τα "μετά" της πεθεράς μου.
Γιώργο μου συνεχίζουμε αγαπητέ φίλε.
Τι είπες τώρα, symphonic, το'χω, όμως μετά ποιος μας πιάνει...
ΔιαγραφήΕύχαριστώ Γιάννη και χαίρομαι που σου άρεσε το διήγημα. Να σου πω τα δέντρα με συγκίνησαν και μένα καθώς το έγραφα, ήθελα να πω και άλλες ιστορίες δικές τους.
Γιάννη μου όποτε αισθάνεσαι έτοιμος να δημιουργήσεις, εμείς θα είμαστε εδώ να απολαύσουμε τα γραπτά σου. Συνεχίζουμε ακάθεκτοί.