Το δάσος της Λήθης 29 - Μουσικές Ιστορίες#3
29. Συναντήσεις και αντιδράσεις
Το
φεγγάρι είχε μικρύνει ακόμα πιο πολύ στον ουρανό. Οι μέρες περνούσαν μια προς
μια και ζύγωναν κοντά σε εκείνη τη νύχτα, που η
μορφή εκείνης της γυναίκας, της βασίλισσας Όριελ, είχε προαναγγείλει ως
την “Ασέληνη νύχτα”. Την ώρα της μεγάλης κρίσης και αναμέτρησης. Έτσι την είχε
αναφέρει στην Αρμάντια στην απόκοσμη εκείνη συνάντησή τους. Όλα στον ακρόπυργο
της Κράγια, στις κορυφές του βουνού των σκιών ήταν βουτηγμένα σε μια νοσηρή
σιωπή. Μονάχα οι ίσκιοι χόρευαν κάτω από τις φλόγες εκείνων των πυρσών που
φώτιζαν τα απομεινάρια από το εσωτερικό του πύργου. Η Αρμάντια ακολουθούσε με
το απλανές της βλέμμα το φως των αστεριών στον καθαρό ουρανό. Μυριάδες από αυτά
φεγγοβολούσαν σαν να ήταν ένας χορός από άπειρες πυγολαμπίδες πάνω από το
κεφάλι της. Πολλές ήταν οι σκέψεις που κατέκλυζαν το λογισμό της και πολλά τα
συναισθήματα που την βάραιναν.
Ένας
μακρόσυρτος ήχος έφτασε στα αυτιά της προερχόμενος από τα βάθη του πύργου. Βάθη
και σκοτάδια που ποτέ κανείς δεν είχε πρόσβαση σε αυτά. Ένας ήχος που σε λίγο
τον ακολούθησε ένα υπόκωφο βουητό και τρανταγμός της γης. Λες και κάποιο χθόνιο
θηρίο πλησίαζε στην επιφάνεια. Είδε τις μικρές πέτρες, ολόγυρά της, να τρέμουν
σε αυτές τις αναταράξεις και μια λάμψη της φωτιάς σκορπούσε ανταύγειες στο
χώρο. Από τη μεγάλη εκείνη στοά στο βάθος που οδηγούσε στα έγκατα, η δόνηση
έγινε πιο αισθητή και οι αναλαμπές από φλόγες επίσης.
Η
Αρμάντια δεν φοβήθηκε. Ήταν χρόνια πια που η παρουσία του Σάγκρος, του
καταραμένου πλάσματος του βουνού, δεν της προκαλούσε εκείνον τον τρόμο που
ένιωθε τους πρώτους καιρούς που βίωνε τις συναντήσεις μαζί του. Είχε συνηθίσει
πια την παρουσία του. Σε λίγο μέσα από τη σκοτεινή στοά μια μεγάλη ακαθόριστη
μορφή ήρθε στην επιφάνεια. Ήταν εκείνος. Τα βασιλικά του ρούχα ανέμιζαν στις
άκρες τους σαν καμένα κουρέλια με άπειρες γλώσσες φωτιάς να ξεπηδούν από κάθε
του άκρο. Ήρθε και στάθηκε απέναντι απ’ την Αρμάντια. Τα πύρινα μάτια του
γύρεψαν τα δικά της. Δεν αρνήθηκε να του χαρίσει τη ματιά της.
«Είσαι
έτοιμη λοιπόν για αυτό που καρτερούσες χρόνια;»
«Όσο
ποτέ άλλοτε!» του αποκρίθηκε.
«Σε
σένα λάτρεψα το πάθος σου, τη δύναμή σου, το πείσμα της ψυχής και το σθένος
σου. Κάτι που δεν το είδα πουθενά αλλού», της είπε σε έναν διάλογο που
διαπερνούσε κάθε όριο λογικής.
«Θα
έπρεπε να το γνωρίζεις αυτό ο ίδιος. Δεν διαφέρεις πουθενά από τον βασιλιά
ετούτου του κόσμου, τον Ζάρεκ. Είστε και οι δύο το ίδιο. Το πέρασμά σας στη ζωή
άφησε πίσω του τα ίδια σημάδια», του είπε κατάματα.
Την
κοίταξε σκληρά. Οι πύρινες γλώσσες είχαν σχεδόν σβήσει και το πρόσωπό του είχε
πάρει την όψη μιας τρομακτικής εικόνας ενός παραμορφωμένου προσώπου.
«Έμαθες
για μένα;» τη ρώτησε παγερά.
«Όλα!
Κάθε σου έγκλημα και κάθε θάνατο που σκόρπισες γύρω σου».
«Το
λες με τόσο θράσος! Με τέτοια άγνοια κινδύνου!»
«Δεν
θα μου κάνεις τίποτα Σάγκρος!»
«Να
το πω σιγουριά ή αλαζονεία;»
«Με
προίκισες με δυνάμεις σκοτεινές, μου έδωσες εφόδια υπερφυσικά, σχεδόν με μύησες
στον παράκοσμό σου αλλά με χρειάζεσαι! Έχεις την ανάγκη μου!»
Ο
Σάγκρος ήξερε κάτι για εκείνον που η Αρμάντια το αγνοούσε. Και αυτό του έδινε
ένα σοβαρό πλεονέκτημα σε αυτήν την ανίερη σχέση μεταξύ τους. Το πέρασμά του
στο χρόνο δεν είναι το ίδιο και γι’ αυτόν. Η δύναμή του φθίνει στο τέρμα αυτής
της διαδρομής. Αυτός είναι ο νοσηρός της κύκλος. Η κατάρα που του έδωσε η θετή
του μητέρα, η Όριελ τον έστειλε παντοδύναμο στο πέρασμα των χρόνων. Άζερον,
Όριελ, Σάγκρος. Ένας κύκλος, μια αλυσίδα ανάμεσά τους. Με κρίκο το σημάδι. Όμως
ο ίδιος, εδώ και καιρό ένιωθε ότι η δύναμή του έφθινε. Το βίωνε κάτι τέτοιο
έντονα, το έβλεπε. Ήξερε ότι βάδιζε στην αποδυνάμωσή του. Μόνο που είχε την
ικανότητα και την οξυδέρκεια, κάτι τέτοιο να το κρύβει επιμελώς. Μια καινούρια
καταιγίδα αρνητικής δύναμης, μια νέα κατάρα, θα ήταν αυτή που θα του έδινε νέα
φλόγα. Θα ξεκινούσε έναν καινούργιο κύκλο για τη διαιώνισή του. Η αρνητική
ενέργεια που μόλεψε την καρδιά της Αρμάντια ύστερα από το δολερό πέρασμα του
Ζάρεκ απ τη ζωή της, ενεργοποίησε το σημάδι στο κορμί και στη μοίρα της. Έγινε
χρήσιμη για τον ίδιον όσο ποτέ.
Ένα
ανατριχιαστικό γέλιο σαν βρυχηθμός βγήκε από το σώμα του ταρακουνώντας το χώρο
γύρω του.
«Πρόσεξε
Αρμάντια! Η μισή γνώση είναι άγνοια. Η μεγάλη σιγουριά γίνεται πολλές φορές
πλάνη. Και οι εκπλήξεις που παραμονεύουν μπορεί να σε ξενίσουν», της απάντησε
εντελώς αινιγματικά.
«Δεν
υπάρχει κάτι πρωτότυπο στη σχέση μας. Μου έδωσες και σου έδωσα. Χάρις σε μένα
κρίνεται η συνέχισή σου. Πρέπει να με
προστατεύεις Σάγκρος! Περάσαμε και οι δύο τα σύνορα των κόσμων. Εσύ ηγεμονικά
και εγώ παράπλευρα. Δεν έχω να ανησυχήσω σε τίποτα από σένα…»
«Υπερεκτιμάς
τον εαυτό σου κόρη του Ιγκόρ! Και αυτό ξέρεις είναι πάρα πολύ κακό. Ναι, δεν το
αρνούμαι. Σε χρειάστηκα, μου έδωσες αυτό που έπρεπε. Τη δύναμη της κατάρας σου
στο βασιλιά. Όλη αυτή την αρνητική αύρα και την αδικία που πότισε το κορμί σου.
Όλον αυτόν τον θάνατο που δηλητηρίασε την καρδιά σου. Την πίκρα και την οργή
που άφησε ο αφανισμός της οικογένειάς σου. Όλη αυτή η δύναμη πέρασε από σένα
στη δική μου παρουσία. Το σημάδι εκείνου λειτούργησε ως κοινωνός μεταξύ μας.
Μας ένωσε. Έγινες ένας κρίκος στην αλυσίδα Αρμάντια!»
«Άρα
έχω δίκιο πρίγκηπα του σκοταδιού», του είπε.
Ξαφνικά
έβγαλε μια φωτιά απ το πρόσωπό του, τα χέρια του ή ότι έμοιαζαν με αυτά
κινήθηκαν στο χώρο με δύναμη. Ακούστηκε η φωνή του
«Άκου
κάτι και κράτα το στο μυαλό σου! Μαζί σου στάθηκα ειλικρινής. Σου έδωσα αυτό
που προσδοκούσε η καρδιά σου. Δύναμη, οξυδέρκεια για να γίνεις η μαύρη
βασίλισσα του δάσους. Σε έκανα μια πολεμική μηχανή. Αυτό δεν ζητούσες; Για να
εκδικηθείς. Άρα μαζί σου είμαι εντάξει».
Μιλούσε
με φοβερή σιγουριά καθώς συνέχισε:
«Δεν
νομίζεις ότι είναι και δική μου ώρα να μου ανταποδώσεις όλα αυτό το χάρισμα;
Αυτό δεν σου πέρασε ποτέ απ το μυαλό;»
Η
Αρμάντια προβληματίστηκε. Για κάποιον άγνωστο λόγο ανατρίχιασε. Πρώτη φορά
ένιωσε ευάλωτη απέναντί του.
«Τι
ακριβώς εννοείς;» τον ρώτησε.
«Είναι
απλό. Όλος αυτός ο κύκλος είναι μια αλυσίδα. Η αναπαραγωγή του μίσους, της
εκδίκησης η δύναμη, της πίκρας η αντάρα. Όλα γυρίζουν ξανά. Οι άνθρωποι έχουμε
το κακό μέσα μας. Ζει δίπλα μας. Πότε κοιμάται σαν φίδι ναρκωμένο και πότε
ξυπνά και θεριεύει ασυγκράτητο».
«Τι
ακριβώς περιμένεις από μένα;» τον ρώτησε.
«Α!
Αυτό που μου έδωσε ζωή και στην αρχή μου. Αυτό που με τύλιξε η Όριελ τότε. Αυτό
περιμένω. Αυτό αξιώνω, αυτό θα πάρω».
«Τι
σε κάνει να πιστεύεις ότι θα στο δώσω Σάγκρος;»
Για
μια ακόμα φορά, δολερό και τρομερό ακούστηκε το γέλιο του σαν βρυχηθμός.
«Θα
είσαι παρούσα να το δεις!» της είπε με περισσή αλαζονεία.
«Τι
είναι αυτό που επικαλείσαι;» τον ρώτησε.
«Όλα
έχουν δρομολογηθεί Αρμάντια! Την
καινούργια ένωση. Και θα έχεις το προνόμιο αυτό το καινούργιο που έρχεται, να
το δεις! Με τα ίδια σου τα μάτια!»
Είχε
πλησιάσει κοντά της. Ένιωθε τις καυτές πύρινες άκρες του να την καίνε. Τα
πύρινα μάτια του να την διαπερνούν.
«Τι
ετοιμάζεις καταραμένε; Τι περιμένεις;»
«Μη
βιάζεσαι… ακόμα λίγος καιρός στην προσμονή…. Θα δεις… είμαι σίγουρος ότι θα σου
φανεί πολύ ενδιαφέρον…»
Η
Αρμάντια είχε αναστατωθεί για τα καλά. Για έναν λόγο που δεν μπορούσε να
εξηγήσει, κάτι διαπερνούσε ολάκερο το σώμα της και μια απειλή σκέπαζε την ψυχή
της.
«Κάτι
καινούργιο σαν εμένα; Με τον ίδιο τρόπο με μένα; Αυτό το κοινό που βρήκες πάνω
μου με αυτό που όρισε το αρχέτυπο κακό; Μίλα καταραμένε!» ούρλιαξε με μια δόση
παράνοιας.
«Μην
βιάζεσαι Αρμάντια… θα δεις… θέλω πάρα πολύ να το δεις αυτό με τα δικά σου
μάτια. Τη δύναμη του κακού που γυρεύω και το ανάθεμά σου θα μου το δώσεις
απλόχερα η ίδια!» της απάντησε την ίδια ακριβώς στιγμή που ξέσπασε σε ένα
βρυχηθμό γέλιου που συγκλόνισε ολάκερο τον πύργο. Τον κοιτούσε καθώς ξεμάκραινε
γρήγορα από κοντά της με τις φλόγες πάλι να ξεπηδούν από κάθε του άκρο.
Αργά-αργά αποσύρθηκε στο χάσμα της στοάς με το γέλιο του να αντηχεί σε ολάκερο
το βουνό, μοχθηρό και προκλητικό.
Δεν
είχε πια τίποτα να κάνει εδώ πάνω. Ήθελε να φύγει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα
από αυτήν την πέτρινη καταραμένη φυλακή. Έσυρε τα βήματά της προς την έξοδο.
Λίγο πριν βγει σήκωσε τα μάτια της στο μεγάλο πέτρινο θόλο του πύργου που
έστεκε ψηλά από πάνω της, επιβλητικά. Τον θόλο με το σημάδι του Άζερον
χαραγμένο μέσα στον κύκλο του. Τράβηξε
με δύναμη το μανδύα της, έσφιξε στη ζώνη της το μεγάλο σπαθί και βγήκε στη
νύχτα. Το άλογό της, καρτερούσε σιωπηλά σε ένα δέντρο. Με μια δρασκελιά ανέβηκε
στη ράχη του και εκείνο την υποδέχτηκε με ένα ελαφρύ χλιμίντρισμα. Με μια της
κίνηση τράβηξε τα χαλινάρια και ξεχύθηκε στο κατέβασμα του βουνού προς το
Φόριεν.
Στην
αρχή το ένιωσε σαν ένα ελάχιστο ψυχανέμισμα ανέμου μέσα στο δωμάτιο. Ήρθε και
άγγιξε το πρόσωπό της. Σε μια κατάσταση
μεταξύ του ύπνου της και αυτής της κίνησης που διεκδικούσε την προσοχή
της. Κάποια στιγμή το μικρό-ελάχιστο αυτό ρεύμα ανέμου έγινε στο πρόσωπό της
πιο έντονο. Αυτή τη φορά το ένιωσε αισθητά. Η Ελεάνορ άνοιξε τα μάτια της. Ήταν
ακόμα νύχτα στην κατάσταση εκείνη που το πρώτο αδύναμο φως της νέας μέρας
διεκδικούσε μερίδιο από το σκοτάδι. Έκανε μια κίνηση με το χέρι της έξω από τα
σκεπάσματα σαν να ήθελε να διώξει αυτό το ρεύμα που την άγγιξε. Έριξε μια ματιά
στο παράθυρο. Έκανε να στρέψει το πρόσωπό της προς την άλλη μεριά όταν το
φύσημα έκανε και πάλι αισθητή την παρουσία του. Αυτή τη φορά για τα καλά.
Τρόμαξε! Γύρισε προς το κέντρο του δωματίου της, προσπαθώντας να εντοπίσει την
πηγή και πάγωσε μέσα της σαν είδε εκεί μπροστά στο μεγάλο καθρέφτη μια μικρή
εστία σαν ομίχλη να αιωρείται στο χώρο. Δεν ήξερε τι να κάνει. Προσπάθησε να επιστρατεύσει
κάθε σκέψη λογικής στο μυαλό της. Ίσως όλα αυτά να ήταν προϊόν της κούρασης
της. Τον τελευταίο καιρό ένιωθε παράξενα με πολλούς προβληματισμούς να περνούν
απ το μυαλό της. Ένας μεγάλος φόβος είχε πέσει πάνω της σαν ένα γκρίζο πούσι
και έδειχνε να την αιχμαλωτίζει.
Σηκώθηκε
με μιας και στάθηκε στην άκρη του κρεβατιού. Με ανακούφιση είδε εκείνη την
μικρή ομίχλη να διαλύεται μπροστά της. Πήρε θάρρος, σίγουρα θα ήταν από το φόβο
που την τυραννούσε τελευταία. Το βλέμμα της έπεσε απέναντι στο έπιπλο που ήταν
μπροστά στον καθρέφτη, κοντά στο κρεβάτι της. Είδε την κανάτα της με το νερό.
Πάντα άφηνε εκεί και το ποτήρι της. Ήταν μια καλή ιδέα να πιει λίγο να νιώσει
καλύτερα για να συνεχίσει τον ύπνο της. Σηκώθηκε, έκανε μερικά βήματα, στάθηκε
μπροστά στον καθρέφτη. Πήρε την κανάτα με το χέρι της και γέμισε το ποτήρι της.
Το σήκωσε μέχρι το στόμα της και τότε αναγκαστικά τα μάτια της ευθυγραμμίστηκαν
με τον καθρέφτη. Με μιας άνοιξαν διάπλατα από έναν ανείπωτο τρόμο. Μια
ανατριχίλα ξεκίνησε να διαβαίνει ταχύτατα όλη την πλάτη της από τη μέση μέχρι
τον αυχένα ψηλά. Να την παγώνει ολάκερη. Πίσω της, λίγο πιο εκεί, εκείνη η
απόκοσμη ομίχλη είχε εμφανιστεί ξανά, αυτή τη φορά πιο πυκνή. Έπιανε αρκετό
χώρο στο δωμάτιο εκεί που ήταν το κρεβάτι της. Ένα κοκκινωπό χρώμα της φωτιάς
της έδινε και μια παράξενη λάμψη. Η Ελεάνορ ένιωσε το πήλινο ποτήρι να γλιστρά
απ’ τα χέρια της και να πέφτει στο πάτωμα σκορπώντας σε κομμάτια. Γύρισε
απότομα το κορμί της προς τα πίσω και τότε ο ανείπωτος εφιάλτης την τύλιξε
σύγκορμη. Ένα άγνωστο τρομερό πλάσμα εμφανίστηκε για ελάχιστο χρόνο να
λαμπυρίζει μέσα σε εκείνη την ομίχλη. Στο πέρασμα της στιγμής δεν μπορούσε να
ξεχωρίσει “τι” ακριβώς ήταν αυτό. Ένα πρόσωπο μάλλον, έμοιαζε με άνθρωπο αλλά
τόσο παραμορφωμένο, τόσο αποκρουστικό.
Η
στριγκή φωνή της έσπασε τη σιωπή της νύχτας στο σπιτικό της. Η ίδια
οπισθοχώρησε σε μια προσπάθεια να απομακρυνθεί και έπεσε πάνω σε μια καρέκλα
δίπλα εκεί παρασύροντας κάποια πράγματα. Ο Εφιάλτης είχε εξαφανιστεί όχι όμως ο
τρόμος της. Η πόρτα άνοιξε και ο πατέρας της ο Έντγκαρ όρμησε στο δωμάτιό της
με τη γυναίκα του την Έλντα να τρέχει ξοπίσω του.
«Παιδί
μου τι έπαθες;» έκανε εκείνος τρέχοντας κοντά της βοηθώντας να την σηκώσει.
Η
Ελεάνορ ήταν σε κατάσταση πανικού. Έτρεμε και έκλαιγε με αναφιλητά. Η μητέρα
της την ρώτησε μαλακά:
«Κόρη
μου τι έπαθες; Τι συνέβη;»
Η
νεαρή γυναίκα σήκωσε το χέρι της και με ρίγη έδειξε το χώρο μπροστά της.
«Εκεί! Εκεί! Δεν ξέρω… μια μορφή… μια παρουσία…
τρομακτική μητέρα… φοβάμαι…» έπεσε στην αγκαλιά της κλαίγοντας.
«Ηρέμησε
παιδί μου, δεν είναι τίποτα, κάποιο όνειρο ήρθε και σε τάραξε… ησύχασε»,
ακούστηκαν τα λόγια του πατέρα της προσπαθώντας να την ηρεμήσει.
«Όχι
πατέρα, το είδα! Δεν ήταν στον ύπνο μου, κοίτα που με βρήκατε; είχα σηκωθεί!
Κάτι ήταν εδώ μέσα! Κάτι τρομερό!»
Έπεσε
στην αγκαλιά της μάνας της πάλι. Το βλέμμα της Έλντας διασταυρώθηκε με νόημα με
αυτό του Έντγκαρ.
«Πάμε
κόρη μου, έλα στο δωμάτιό μας, θα σε πάρουμε εκεί», της είπε η μητέρα της
προσπαθώντας να την πάρει έξω από το δωμάτιο. Ο Έντγκαρ συναίνεσε:
«Ναι
παιδί μου, θα μείνεις με τη μητέρα σου, εγώ θα είμαι δίπλα σας στο ανάκλιντρο».
Τράβηξαν
την Ελεάνορ προς τα μέσα. Ο Έντγκαρ έριξε μια ανήσυχη ματιά στο εσωτερικό του
δωματίου της κόρης του προσπαθώντας να αφουγκραστεί κάτι παράταιρο. Κάτι ξένο.
Βγήκε και αυτός έξω κλείνοντας πίσω του τη πόρτα. Έριξε μια ματιά από το μεγάλο
παράθυρο του δικού τους δωματίου. Το πρώτο φως της μέρας είχε ήδη σπάσει το
σκοτάδι αυτής της άγριας νύχτας. Η Έλντα είχε βάλει την κόρη τους στο κρεβάτι
τους και εκείνη είχε γείρει προστατευτικά δίπλα της. Εκείνος έμεινε καθιστός
στο ανάκλιντρο γέρνοντας το κορμί του προς τα πίσω. Ήταν ανήσυχος. Δεν τον
γελούσαν τα μάτια του, μήτε αυτόν, μήτε τη γυναίκα του καθώς έβλεπαν τον
τελευταίο καιρό το παιδί τους να έχει μια παράξενη διάθεση, σαν κάτι να το
φόβιζε, σαν κάτι να το κατάτρεχε. Και, παρά τις κουβέντες με τη γυναίκα του,
δεν είχαν καταφέρει να βγάλουν κάτι παραπάνω πάνω σε αυτό. Άφησε το κορμί του
να πέσει πίσω στο ανάκλιντρο. Μια νέα μέρα ξημέρωνε. Ίσως το φως του ήλιου
έδιωχνε από την Ελεάνορ τον τρόμο που έζησε, ίσως να μετρίαζε και τη δική τους
ανησυχία.
Ο
τρόπος που ο αξιωματικός τού μετέφερε την αναγγελία ότι τον ζητά επειγόντως ο
βασιλιάς τον έκανε να καταλάβει ότι κάτι πολύ σοβαρό έτρεχε. Ο Ντέμιαν, τον
τελευταίο καιρό, ένιωθε την αστάθεια του Ζάρεκ στις σπασμωδικές του αντιδράσεις
και στην ένταση που έβγαζε από μέσα του. Μια ένταση στα όρια του πανικού.
Ετοιμάστηκε και ξεκίνησε αμέσως τη μετάβασή του στην αίθουσα του παλατιού.
Ήξερε ότι μια δύσκολη μέρα τον περίμενε.
«Βγείτε
έξω, κλείστε τις πόρτες και μην μας ενοχλήσει κανείς!» ήταν η αυστηρή εντολή
του βασιλιά στη φρουρά του.
«Πέρασε
μέσα!» είπε στον Ντέμιαν. Για πρώτη φορά αντίκριζε τον Ζάρεκ σε τέτοια άθλια
κατάσταση. Σαν κάτι τρομερό να είχε περάσει από πάνω του. Η όψη του ήταν
παραμορφωμένη από οργή και οι κινήσεις του έντονα υπερκινητικές.
«Τι
συνέβη;» τον ρώτησε ο Ντέμιαν προσπαθώντας να καταλάβει.
Ο
βασιλιάς ήρθε δίπλα του, στάθηκε απέναντί του σε μικρή απόσταση και τον κάρφωσε
με τα μάτια του.
«Ξέρεις
ότι οι μισές δουλείες δεν μου αρέσουν καθόλου. Ήξερες επίσης ότι ήθελα πάντα
την αλήθεια και ακρίβεια σε όσα είχαμε συμφωνήσει…»
«Το
ξέρω αλλά δεν καταλαβαίνω…» έκανε να διαμαρτυρηθεί ο Ντέμιαν.
«Να
υποθέσω λοιπόν ότι είσαι τόσο ανίκανος; Τόσο άχρηστος να διασφαλίσεις τη θέση
του βασιλιά σου;»
Ο
άλλος ξαφνιάστηκε αρνητικά. Δεν μπορούσε να εξηγήσει αυτήν την επίθεση.
«Μπορείς
να μιλήσεις;» τον κάλεσε.
«Άκου
Ντέμιαν καλά! Δεν ξέρω αν η μνήμη σου είναι καλή αλλά οφείλω να σου θυμίσω τις
συνθήκες κάτω από τις οποίες πήρες τη θέση που έχεις σήμερα στο Φόριεν. Τις
θυμάσαι;»
«Φυσικά
και τις θυμάμαι, τι άλλαξε;»
«Ηλίθιε!
Η Αρμάντια είναι ζωντανή!»
Ο
άλλος πάγωσε.
«Τι
είπες; Μα… πως; Ποιος στο είπε;»
«Αυτός
που δεν έπρεπε να ξέρει! Ο τελευταίος άνθρωπος που θα έπρεπε να ξέρει. Και το
κακό είναι ότι γνωρίζει τα πάντα με κάθε λεπτομέρεια, ακούς; Τι έκανες λοιπόν
τότε ηλίθιε; Σου είπα να τελειώσεις τη δουλειά και τι κατάφερες;»
«Μα
όλα έγιναν όπως είχαμε πει…»
«Και
η σημερινή μαύρη βασίλισσα τι είναι; Πλάσμα νεκρό αναστημένο στον κόσμο μας με
νέα ζωή;»
«Θες
να πεις ότι το πλάσμα στο δάσος είναι η….»
«Αυτό
ακριβώς που ακούς και κατάλαβες ναι!»
«Μια
γυναίκα; Πως μπορεί μια γυναίκα να φέρνει τόσο χαμό; Είναι παράλογο!»
«Επίσης
δεν ξέρεις και κάτι άλλο, το πιο χειρότερο. Τον πιο κακό μου εφιάλτη».
«Τι;»
είπε εκείνος προσπαθώντας να συνειδητοποιήσει την κατάσταση.
«Το
παιδί της ζει! Και είναι εδώ στο Φόριεν. Κάποιοι το περιμάζεψαν… ακούς; Ακούς
καλά ηλίθιε που μας έφτασε η αδυναμία σου;»
«Ποιος
στα είπε όλα αυτά; Ποιος ξέρει;»
«Αυτός
ο παλιόγερος, ο Άλαντ! Ξέρει τα πάντα, το κάθε τι, με τρομακτική λεπτομέρεια».
«Πως
έμαθε, μα είναι αδύνατον».
«Από
εκείνον που περιμάζεψε αυτό το γύναιο, που εσύ και οι στρατιώτες σου δεν
καταφέρατε να αφανίσετε. Για να έρθει τώρα να σταθεί απέναντί μας».
Ο
Ντέμιαν έβαλε το χέρι του στο μέτωπό του. Προσπαθούσε να σκεφτεί την κατάσταση.
«Δεν
μπορεί βασιλιά μια γυναίκα να στήσει τέτοιο κακό, δεν μπορεί, το καταλαβαίνεις;
Δεν γίνεται να σκοτώνει, να διαφεύγει, να μάχεται, να βρίσκεται παντού. Με τι
έχουμε να κάνουμε; Πρέπει να υπάρχουν συνεργάτες σε αυτήν την ιστορία. Σίγουρα
θα έχει κάποια ομάδα που έχει στόχο το θρόνο».
Ο Ζάρεκ ήρθε δίπλα του. Τον άρπαξε από τα
πέτα.
«Άκου
να σου πω. Δεν έχουμε καιρό για τις αναλύσεις σου μήτε για χάσιμο. Ο γέρος δεν
πρέπει να μιλήσει. Κατάλαβες; Ήσουνα ένα τίποτα και σε έκανα αρχηγό του
στρατού. Φρόντισε λοιπόν να δεις τι θα κάνεις με τον Άλαντ αλλιώς θα σε φάνε τα
όρνια στους γκρεμούς του βουνού!» του φώναξε μέσα στα μούτρα με ένα νοσηρό
βλέμμα που τον τρόμαζε.
«Χάσου
απ τα μάτια μου και φρόντιζε να με ενημερώσεις για κάθε σου ανάσα!» του είπε
και τον απώθησε μακριά του με τέτοια δύναμη που ο ογκώδης και σωματώδης Ντέμιαν
απόρησε πραγματικά. Χωρίς δεύτερη κουβέντα και με σιωπηρή συναίνεση βγήκε από
την κεντρική αίθουσα σε κατάσταση σοκ. Το κάθε τι έμοιαζε να αλλάζει στο στενό
κύκλο της εξουσίας στο Φόριεν.
Συνεχίζεται...
Συγκλονιστικό κεφάλαιο. Ο διάλογος της Αρμάντια με την οντότητα που αποτελεί πηγή της εκδίκησης της, μας έδωσε πολλά να αναμένουμε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπό την άλλη ο διάλογος του βασιλιά με τον αρχηγό του στρατού-συνεργό του, μας δείχνει κάτι που ήδη ξέραμε. Πως είναι δυο ανήθικοι άνθρωποι, πνιγμένοι στην εξουσία, χωρίς όρια.
Ενδιάμεσα το περιστατικό με την Ελεάνορ, ενδεχομένως επιβεβαιώνει μια προηγούμενη πρόβλεψη μου, αλλά σίγουρα μας δείχνει πως κάτι έρχεται για εκείνη. Με παρηγορεί πως ο Μέλιαν δεν μοιάζει στον πατέρα του και θα μπορέσει να της σταθεί όπως πρέπει.
Αναμένουμε να δούμε τι θα πράξει η Αρμάντια, μπροστά στο επόμενα της μοίρας της.
Μας έχεις εξάψει την περιέργεια για τα επόμενα. Αναμένουμε λοιπόν.
Καλό βράδυ και καλή εβδομάδα Γιάννη!
Καλησπέρα Μαρίνα μου.
ΔιαγραφήΕδώ είμαστε λοιπόν! Το δολερό δίδυμο του Φόριεν τελεί εν συγχύσει. Πιο "λογικός" και ψύχραιμος δείχνει ο Ντέμιαν και, ως ένα σημείο, είναι αναμενόμενο καθώς δεν είναι ο ίδιος το αντικείμενο-στόχος των απειλών και έτσι μπορεί να σκεφτεί πιο ψύχραιμα.
Ο Μέλιαν ξεχωρίζει σε όλο αυτό μέσα στο παλάτι καθώς ο ίδιος και η μητέρα του είναι δύο πόλοι "καθαροί" και αγνοί. Το θέμα είναι στο κατά πόσο θα δεχτούν τα απόνερα της σύγκρουσης.
Η Ελεάνορ αρχίζει και γίνεται αργά, μέρος του προβλήματος καθώς το περιστατικό αυτό δεν γίνεται να είναι τυχαίο. Ο Σάγκρος, το μόρφωμα του βουνού άφησε μεγάλες αιχμές στην Αρμάντια ότι κρατά πράγματα στο τερατώδες μυαλό του, υπόνοιες που ανατριχιάζουν την ηρωίδα μας.
Ευχαριστώ κορίτσι μου για τη συμμετοχή. Για μένα δώρο, το λέω κάθε φορά.
Στη συνέχεια κάθε κεφάλαιο θα είναι και αποκάλυψη. Καλή βδομάδα κορίτσι μου.
Τρομαχτική η συνάντηση :Σάγκρος-Αρμάντια!! Τι περιμένει από την Αρμάντια; Και αυτή η άμεση απειλη σε τι να αναφέρεται;
ΑπάντησηΔιαγραφήΔυνατό κεφάλαιο περιγραφικό όπως η παρουσία της σκιάς στην Ελεάνορ. Τι να ναι; Και γιατί σ'αυτήν;
Πάει το μυαλό μου αλλά δεν θα το πω ναι;
Ζάρεκ- Ντέμιιαν , δυο δολοφόνοι μαζί μόνο κακό φέρνουν και απειλείται άμεσα η ζωή του δασκάλου.
Για να δούμε τι θα πετύχουν!! Αδιόρθωτος ο Ζαρεκ και πώς μιλαέι για το παιδί του!!! Τι κάθαρμα πια!!
Περιμένουμε με την αγωνία στα ύψη Γιάννη
Υπέροχο και το 29 κεφάλαιο.
Καλή σου νύχτα
Αγαπημένη μου φίλη, καλησπέρα. Ξεκινώντας ανάποδα να συμφωνήσω για το απεχθές του χαρακτήρα του βασιλιά. Ο κατήφορός του δεν έχει τέλος μήτε όρια. Και ναι, ο δάσκαλος θα μπει στο μάτι του κυκλώνα, αυτό μπορώ να το πω.
ΔιαγραφήΗ Ελεάνορ, γίνεται αργά, μέρος του προβλήματος, καθώς η "επίσκεψη" που ένιωσε δεν είναι τυχαία αλλά κρύβει γεγονότα επερχόμενα. Χαίρομαι που κάνεις σκέψεις για την πλοκή, δείγμα της συμμετοχής σου. Με χαροποιεί αυτό.
Ο Σάγκρος έρχεται ώρα που θα ζητήσει πια δεν θα αρκεστεί στο να παρακολουθεί. Θα το δούμε στη συνέχεια.
Καλησπέρα καλή μου φίλη και ναι έχουμε να δούμε πράγματα στη συνέχεια.
Πολύ παραστατική η αντάμωση του Σάνγκρος με την Αρμάντια που μας προϊδεάζει για το μέλλει γενέσθαι. Ωστόσο γίνεται σαφής η ανησυχία της Αρμάντια όσο πλησιάζει η ώρα να κληθεί για την τήρηση του δικού της μέρους της συμφωνίας τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Ζάρεκ δεν με ξαφνιάζει. Ένας ανόσιος και απάνθρωπος που δεν μπορεί παρά να μη νοιώθει συναισθήματα πέρα της αγάπης του εαυτού του. Ένας διεφθαρμένος που έχει συνηθίσει να εξαπολύει απειλές γύρω του για να είναι βασιλιάς. Ένας θρόνος χτισμένος με το αίμα των αθώων ξεκινώντας από τον πατέρα του, και μετά τους υπόλοιπους.
Η ομίχλη στο δωμάτιο της Ελεάνορ με προβλημάτισε. Η περιγραφή με τις γλώσσες φωτιάς της ακαθόριστης ομιχλώδους μορφής, παραπέμπει στον Σάνγκρος. Γιατί ο Σάνγκρος να πάει στο δωμάτιο της Ελεάνορ. Ξέρουμε από τα γραφόμενα πως πηγαίνει εκεί που τον καλούν. Η Ελεάνορ δεν έχει τέτοια συναισθήματα μέσα της που να τον καλέσουν. Πώς πήγε εκεί; Δεν είναι Θεός να μπορεί να βρίσκεται παντού και να ελέγχει. Απ' όσο έχω καταλάβει μόνο καλείται. Δεν ξέρω εδώ έχω ένα κενό σύνδεσης με τα προηγούμενα. Η εικόνα δεν μου βγαίνει με όσα ξέρω μέχρι στιγμής. Θα δούμε παρακάτω αν θα πάρω την επεξήγηση που χρειάζομαι! Αναμένω Γιάννη μου!
Η αντάμωση του Σάγκρος με την Αρμάντια είναι σημαντική ναι. Γιατί για πρώτη φορά, το πλάσμα αυτό "ζητά" και βάζει την απαίτησή του προ των πυλών. Αφήνει μάλιστα αόριστες απειλές σαν προειδοποίηση στην ηρωίδα μας. Αυτό, ίσως αποτελεί εξήγηση-γέφυρα για την "παρουσία" που ένιωσε η Ελεάνορ στο δωμάτιό της. Φυσικά και δεν τον καλεί. Δεν έχει στοιχεία κακίας η νεαρή κοπέλα για να τα βγάλει. Πιστεύω στη συνέχεια θα πάρεις την εξήγηση που σου χρειάζεται Μαίρη μου. Δεν έχεις κενά όχι. Απλά μένουν πράγματα να λυθούν. Και αν δεν πάρεις επαρκή εξήγηση, είμαστε εδώ να διορθώσουμε.
ΔιαγραφήΕγώ θέλω πάντα να σου πω ότι χαίρομαι τόσο πολύ για την ουσιαστική σου παρουσία και συμμετοχή που δίνει αξία και δύναμη σε αυτή τη δημιουργία.
Σε φιλώ και συνεχίζουμε.