Νυχτέρι στη μνήμη - Μουσικές Ιστορίες#1
Νυχτέρι στη μνήμη
Κοίτα! Άφησε το βλέμμα σου να απλωθεί
ξεκούραστο κι αδέσμευτο να μετρηθεί,
με τι άλλο; με τις εικόνες περασμένης εκείνης εποχής
ζωντανή να γίνει πάλι στις στράτες της ψυχής.
Λένε το ταξίδι των αναμνήσεων γλυκιά προσμονή θα φέρει
δεν θέλω να το κρίνω, τη κρίση την έχει ετούτο το νυχτέρι.
Περπατησιά λεύτερη τον χρόνο να γλυκάνει,
τη ζωή να αλλάξει σήμερα, το τώρα δεν το φτάνει.
Τα
βήματά του τον έφεραν κοντά σε εκείνη την όμορφη συστάδα με τα παλιά πεύκα. Όλα
του φάνηκαν πιο γερασμένα μα το ίδιο κραταιά όπως τότε. Σαράντα ολάκερα χρόνια
πριν. Πλησίασε . Μια γαλήνια ησυχία
απλώνονταν εκεί. Το παλιό σχολείο ήταν στη θέση του. Όπως τότε. Βέβαια είχαν
προστεθεί ολόγυρά του νέα κτίρια προσθήκες αλλά το κεντρικό έστεκε εκεί,
πέτρινο, αγέρωχο. Πλησίασε τη μεγάλη καγκελόπορτα που ήταν κλειστή. Η αυλή με
τα πεύκα απλώνονταν μπροστά του. Έρημη, σιωπηρή. Έσπρωξε με τα χέρια του τη
μεγάλη πόρτα, αυτή κύλισε πάνω στις ράγες της και άνοιξε τόσο όσο να μπορέσει
να περάσει στο εσωτερικό της αυλής. Το σκοτάδι της νύχτας σε συνδυασμό με τα
φώτα του δρόμου έστηναν έναν παράξενο χορό από σκιές. Στην όψη του έμοιαζαν
όλες με φιγούρες νεαρών παιδιών, μαθητών. Τις έβλεπε να παίρνουν σχήμα και ζωή.
Να γίνονται αγόρια και κορίτσια και να στροβιλίζονται στην αυλή του σχολείου.
Το
μάτι του έπεσε εκεί στα αριστερά του. Μια μεγάλη πέτρινη κυκλική γούρνα που
έκλεινε μια παλιά βρύση. Πήγε κοντά, με τα χέρια του άγγιξε τις μεγάλες πέτρες.
Παγωμένες, κρύες. Και το ψυχρό μέταλλο του κρουνού μούδιασε το χέρι του από
υγρασία. Προσπαθούσε να ξεχωρίσει εκεί ανάμεσα στις σκιές αν στη βρύση τα μάτια
του έπλαθαν μόνα τους μορφές που κάθονταν ολόγυρά της.
Συνέχισε
να περπατά προς το βάθος. Εκεί κάπου τα πεύκα άρχισαν να πυκνώνουν. Και ανάμεσά
τους έστεκε το απομεινάρι εκείνης της παλιάς παιδικής χαράς. Όπως και τότε.
Έστεκε εκεί έρημη, μοναχική. Οι κούνιες, οι δύο τραμπάλες, ένα δύο μονόζυγα και
κάποια ξύλινα παγκάκια ολόγυρα. Περνώντας το πρώτο από αυτά είδε τη μορφή της
να κάθεται με την πλάτη προς αυτόν στο δεύτερο παγκάκι.
Ένιωσε
μια γλυκιά ανατριχίλα να τον κυριεύει σε όλο του το κορμί. Ένα όμορφο φούντωμα,
μια προσμονή. Λίγο πριν φτάσει δίπλα της γύρισε το κεφάλι της. Τον είδε.
Σηκώθηκε μπροστά του. Για μια στιγμή και οι δύο στάθηκαν ο ένας αντίκρυ στον
άλλον. Ήταν πάντα γλυκιά, όπως τότε. Δεκτική, ευγενική. Με εκείνο το χαμόγελο
ζωγραφισμένο στα όμορφά της χείλη.
“Ήρθες;”
του είπε και μια απόλυτη ζεστασιά τύλιξε το κορμί του.
“Στο
είχα υποσχεθεί!” της απάντησε ήρεμα.
“Σε
περίμενα, όπως το κάνω πάντα.. όπως ξέρεις”
“Το
ξέρω και σ΄ ευχαριστώ αλλά γιατί απόψε;”
Πλησίασαν
ο ένας πολύ κοντά στον άλλον. Άπλωσε τα χέρια του. Ενώθηκαν με τα δικά της.
Ήταν ζεστή, δεν έτρεμε σε αντίθεση με τα δικά του χέρια που η συγκίνησή του τα
έκανε να ριγούν. Πέρασε το χέρι της μέσα στον ώμο του. Πιάστηκαν αγκαζέ και
ξεκίνησαν να βηματίζουν κατά μήκος της μάντρας με τα κάγκελα.
“Απόψε,
σαν τότε, εδώ, σε αυτή τη γωνιά, σου έδωσα το πρώτο χαρτάκι” του είπε γλυκά.
“Το
θυμάμαι! Το πρώτο σου ποίημα”
“Σου
άρεσε;” τον ρώτησε χωρίς να τον κοιτάξει.
“Πολύ!
Με άγγιξε και το ξέρεις” της απάντησε.
“Δεν
μου το είπες”
“Στο
έδειξα”
“Η
αγάπη είναι κάτι που θέλει να μοιράζεται, να ακούγεται, να γίνεται αισθητή” του
είπε.
“Την
μοιράστηκα μαζί σου με κάθε γλυκό τρόπο”
Έμοιαζαν
παράξενοι μέσα στην απόλυτη νύχτα. Ένα ήρεμο και γαλήνιο ζευγάρι που περπατούσε
αγκαλιασμένο μέσα στη σιωπή.
“Δυό
χέρια δυό γλαρόπουλα, σκίσαν το πέλαγος…” σιγοψυθίρισε εκείνη.
“Δεν
το άκουσες ποτέ να γίνεται τραγούδι” της απάντησε. Εκείνη έμεινε έκπληκτη. Γύρισε
και τον κοίταξε.
“Τι
θέλεις να πεις;” του είπε.
“Το
έκανα τραγούδι, το τύλιξα με μουσική”
Τον
κοίταξε συγκινημένη
“Δεν
μου το είπες ποτέ!”
“Ένα
χρόνο μετά, δεν έμεινες για να το ακούσεις” της απάντησε μελαγχολικά.
“Ακόμα
σε περιμένω σε εκείνη τη συνάντηση, δεν ήρθες ποτέ” του είπε με ένα παράπονο.
Έσκυψε
το κεφάλι σκεπτικός.
“Έχεις
δίκιο… μερικές φορές η ζωή μοιραία πάει τα πράγματα εκεί που θέλει, έτσι
γινόμαστε άβουλοι και μοιραίοι”
“Μ’
αγάπησες;” τον ρώτησε κοιτώντας τον στα μάτια ξαφνικά.
Γύρισε
προς το μέρος της.
“Αμφιβάλλεις;
ακόμα και τώρα αμφιβάλλεις” ακούστηκε.
Το
χέρι του απλώθηκε στα μαλλιά της. Τα άγγιξε απαλά σαν λατρεμένη εικόνα. Εκείνη
ρίγησε.
“Δεν
αμφιβάλλω, απλά ίσως θέλω να το ακούω” του είπε αφήνοντας το κεφάλι της να
γύρει στον ώμο του.
Με το
χέρι του στα μάγουλά της το σήκωσε απαλά σαν να έπιανε κάτι εύθραυστο, κάτι
πολύτιμο. Κοιτάχτηκαν στα μάτια, ίσια στα μάτια. Φιλήθηκαν εκεί κάτω από τις
σκιές της νύχτας. Τρυφερά, ήρεμα και γαλήνια. Λες και το πάθος των χρόνων είχε
μετασχηματιστεί σε σπονδή και ασπασμό.
“Σου
έφερα κάτι που αγαπούσες” του είπε συγκινημένη.
“Τι;”
“Ένα
κόκκινο τριαντάφυλλο!” είπε και τα μάτια της έλαμψαν. Έκανε μερικά βήματα πιο
πίσω. Στο άλλο παγκάκι ήταν αφημένο ένα κόκκινο τριαντάφυλλο. Οι σταλαματιές της
υγρής νύχτας έλαμπαν πάνω του. Το κράτησε στα χέρια της φέρνοντάς το μπροστά
του.
“Σε
ευχαριστώ πολύ, το θυμάσαι πάντα”, της είπε αχνά.
“Κάθε τι δικό σου έχει πάντα τη σημασία του” του είπε, “πάνω
σου πάντα κουβαλάς ένα κομμάτι της καρδιάς μου, να το ξέρεις. Και μένει εκεί
άσβηστο, ολοζώντανο, για πάντα, μαζί με την ευγνωμοσύνη μου για κάθε μας
στιγμή”
Άπλωσε το χέρι της προς το μέρος του με το τριαντάφυλλο στα
δάχτυλά της.
“Άννα, όλα εντάξει;” άκουσε μια φωνή πίσω της διακριτική.
Γύρισε προς το μέρος της. Ήταν ένας ώριμος άντρας. Ήρθε κοντά της, στάθηκε
δίπλα της. Έγειρε στον ώμο του.
“Ναι! Όλα καλά!”
Την είδε που κρατούσε το τριαντάφυλλο στο χέρι της.
“Εδώ ήταν;” τη ρώτησε ήρεμα.
“Ναι, σε εκείνο το παγκάκι εκεί. Εκεί είχαμε βρεθεί μόνοι μας
εκείνο το απόγευμα μετά το σχολείο. Ήταν τότε που του έδωσα ένα μεγάλο κόκκινο
τριαντάφυλλο”
Κάποιες στιγμές σιωπής έμειναν ανάμεσά τους. Εκείνη πλησίασε
το παγκάκι. Άφησε ευλαβικά το λουλούδι εκεί. Γύρισε και κοίταξε τον συνοδό της
με μάτια υγρά.
“Ύστερα από δύο χρόνια σκοτώθηκε σε εκείνο το ατύχημα…”
Ο άντρας δίπλα της τύλιξε με τα χέρια του τους ώμους της.
“Η πρώτη αγάπη δεν ξεχνιέται ποτέ. Σφραγίζει την καρδιά μας
και τις αναμνήσεις μας. Πάμε;” της είπε ευγενικά.
“Ναι… σε ευχαριστώ που δέχτηκες να είσαι κοντά μου σε μια
τέτοια ιδιαίτερη στιγμή για μένα. είναι ανεκτίμητο όλο αυτό” του είπε.
Κίνησαν αγκαλιασμένοι τα βήματά τους προς την έξοδο.
Σε λίγο η μεγάλη σιδερένια πόρτα είχε κλείσει πάλι αφήνοντας
την αυλή του σχολείου στη λήθη της νύχτας. Στρίβοντας στην στροφή δεν μπορούσαν
να δουν το χέρι εκείνου που άπλωσε να πάρει το κόκκινο τριαντάφυλλο, να το
φέρει στο στήθος και να το κλείσει ευλαβικά στην αγκαλιά του. Τα βήματα της
αποχώρησής του, δεν έκαναν τον παραμικρό θόρυβο πάνω στο πλακόστρωτο της αυλής.
Όλα είχαν τυλιχτεί στη σιγή της χειμωνιάτικης νύχτας.
Η τρίτη φορά που το διαβάζω. Και δεν μπορούσα να αφήσω σχόλιο εξαρχής. Τώρα θα σου πω Γιάννη ότι με συγκίνησες βαθύτατα. Αυτές οι αναμνήσεις όπως τις περιγράφεις λες και βγαίνουν μέσα από την πραγματική ζωή, ότι είναι μια αλήθεια που έχει συμβει. Κι αυτό το κόκκινο τριαντάφυλλο!! Σαν το αίμα που χύθηκε στερώντας τη ζωή του ήρωα. Όμορφες στιγμές όπως τις περιγράφεις γεμάτες συναίσθημα
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι το ποίημα μας προϊδεάζει για το τι θα διαβάσουμε
Μπράβο Γιάννη σε απόλαυσα ξανά
Ευχαριστώ για το δώρο της καρδιάς και των συναισθημάτων σου Άννα μου! Αν μπορώ να θίγω τέτοιες χορδές τότε ειλικρινά νιώθω πολύ όμορφα. Σαν να προσφέρω κάτι ουσιαστικό, κάτι όμορφο. Να είμαστε καλά, να γράφουμε στιγμές από τη ζωή σε κάθε ελεύθερο φόντο. Να υπάρχουμε, να δημιουργούμε. Φιλιά πολλά.
ΔιαγραφήMια υπέροχη γεμάτη θλίψη ιστορία Γιάννη μου υπέροχη όμως! Μια αγάπη που οι άτυχες συγκυρίες δεν την άφησαν να ανθίσει και να κάνει βαθιές ρίζες. Συγκινήθηκα πρέπει να πω, αλλά επίσης εκείνη ήταν τυχερή οφείλω να ομολογήσω. Γιατί απ' ότι κατάλαβα δίπλα της είχε έναν άλλον άνθρωπο που την καταλάβαινε! Αλί σε αυτόν που πάει τελικά! Γιατί αν είσαι τυχερός και η δεύτερη αγάπη μπορεί να είναι ισάξια της πρώτης!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπικέντρωσες τη σκέψη σου Μαίρη μου στο σωστό σημείο. Ο τωρινός σύντροφος της Άννας είναι τελικά ένας άντρας με μεγάλη καρδιά και ανοιχτή σκέψη. Και διαλέγει να είναι κοντά στη γυναίκα που αγαπά και όχι να βάλει συρματοπλέγματα στην καρδιά του. Σε ευχαριστώ πολύ για το χρόνο και τα καλά σου λόγια Μαίρη μου, να είσαι καλά.
ΔιαγραφήΓιάννη μου μια πρασγματικά υπέροχη ιστορία γεμάτη συναισθήματα. Τον διάλογο και τις αναμνήσεις τα περιγράφεις τόσο ζωντάνα που τα κάνω εικόνες. Το ποίημα στην αρχη ιδανική εισαγωγή. Μπραβο Γιαννη
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιώργο μου, αγαπητέ φίλε σε ευχαριστώ πολύ. Η παραίνεση και η ιδέα σου είναι αυτή που μας έφερε και σε αυτό το κατώφλι. Χαίρομαι ιδιαίτερα που μπόρεσα να δώσω κάτι που άρεσε. Να είσαι καλά, συνεχίζουμε φίλε μου.
ΔιαγραφήΠόσο πλούτο συναισθημάτων μπορεί να κρύβει η καρδιά σου βρε Γιάννη; Νιώθω πως κάθε φορά που κοιτάς την ιστορία είναι σαν ένα κομμάτι σου να ξέρει τον τρόπο που θα καθηλώσει εκείνον που έχει απέναντι!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε συγκινείς βαθιά όποτε σε διαβάζω!
Μου άρεσε πολύ η σκέψη σου από το τραγούδι και η αλήθεια σου που είναι φορές που λαχταράει να φανεί.
Κάθε τι που γράφουμε έχει κρυμμένη μια αλήθεια, δική μας ή όχι, αποτελεί την πραγματικότητα κάποιου!
Επίσης όντως υπέροχη εισαγωγή αλλά νομίζω πως ήδη το ξέρεις!!
Την καλησπέρα μου και στον οικοδεσπότη βεβαίως, βεβαίως! (που πήγαν οι τρόποι μου;!)
Καλημέρα Νικολέτα, καλωσόρισες στο δρώμενο.
ΔιαγραφήΟ Γιάννης μας έγραψε πράγματι μια υπέροχη ιστορία, όπως κάνει πάντα άλλωστε.
Νικολέτα μου, αγαπητή μας φίλη, δεν ξέρεις πόσο χαίρομαι που σε βλέπω εδώ. Ειλικρινά. Και θέλω να είσαι ανάμεσα σε αυτές τις δημιουργίες καθώς έχεις να δώσεις τόσα πράγματα.
ΔιαγραφήΝαι, κάθε τι που γράφουμε, κουβαλά κάτι δικό μας. Ένα μικρό κομμάτι παζλ που ξεκόλλησε από κάπου και έρχεται να εμφανιστεί στον καιρό του. Ειλικρινά με τιμάει η γνώμη σου την οποία ξέρεις πόσο υπολογίζω. Καλή συνέχεια.
Υπέροχο κείμενο, που ξεχειλίζει από όμορφα , ανθρώπινα συναισθήματα. Μνήμες αλλά και άνθρωποι που στέκουν δίπλα σου, απλά και μόνο διότι σε αγαπούν. Το πιο σημαντικό απ΄ όλα. να σε αγαπούν , όπως ακριβώς είσαι!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην Καλημέρα μου, φίλε!