Ανείπωτα μυστικά - 1


The untold dream - Chusak Majarone



     Ο Δημήτρης «Κοπέρνικος» Ελευθερίου δεν είχε κάτι το ιδιαίτερο, εκτός φυσικά απ’ το προσωνύμιο που ένας θεός ξέρει από που το είχε αποκτήσει. Δεν γνώριζε και πάρα πολλά από την πρότερη ζωή του, δηλαδή πριν εγκατασταθεί σε ένα ημιυπόγειο τσιμεντένιο κουτί επί της οδού Αραχώβης. Ήταν πεπεισμένος πως ίσως υπήρξε μικροαπατεώνας ή κανένας σοφιστικέ διαρρήκτης που χρησιμοποιούσε το συγκεκριμένο προσωνύμιο ως ταυτότητα. Ή κανένα βαποράκι παλιάς κοπής που πούλαγε φούμαρα για μεταξωτές κορδέλες και το προσωνύμιο ήταν η μυστική του ταυτότητα στους κύκλους του υποκόσμου. Πάντως από κάπου προερχόταν, όμως κανένας στην γύρω περιοχή δεν μπορούσε φωτίσει το κενό μνήμης. Η μοναδική έγκυρη πληροφορία ήταν πως είχε εγκατασταθεί σ’ αυτό το αχούρι και έβγαζε τα καθημερινά του έξοδα εκτελώντας αγγαρείες και μικροθελήματα για τα γύρω μαγαζιά. Οι μνήμες του ήταν αρκετά θολές ή μάλλον ανύπαρκτες και η καθημερινότητα του είχε εξελιχθεί σε μία ρουτίνα ανούσια. Μία ειδοποίηση από μια εταιρεία μεταφορών όμως θα τα άλλαζε όλα αυτά.

     Μπήκε περιχαρής στο σπίτι κρατώντας το πακέτο που του είχε στείλει κάποιος θείος, σύμφωνα με την εταιρεία μεταφορών, που ο ίδιος δεν γνώριζε την ύπαρξη του. Είχε γίνει μούσκεμα από την βροχή που από τις πρώτες πρωινές ώρες δεν έλεγε να κοπάσει. Έβγαλε τα βρεγμένα του ρούχα και τα πέταξε όπως-όπως στο πάτωμα, το νερό που στράγγιζε είχε ήδη δημιουργήσει μια μικρή λιμνούλα γύρω τους. Είχε μείνει με το σώβρακο, το μοναδικό ρούχο του που δεν είχε βραχεί. Τινάχτηκε σαν κανένα κοπρόσκυλο και κατευθύνθηκε προς το μικρό σαλονάκι του σπιτιού. Πάτησε τον διακόπτη για να φωτίσει το δωμάτιο, ένα ασθματικό κιτρινωπό φως από την λάμπα που κρεμιόταν απ’ το ταβάνι φώτισε αμυδρά τον χώρο. Έβαλε το πακέτο πάνω στο φαγωμένο από τερμίτες τραπέζι και προσπάθησε να το ανοίξει. Με τα δόντια και με τα χέρια τράβαγε με μανία την μονωτική ταινία με την οποία είχαν αμπαλάρει το χαρτονένιο κουτί.

     Έπειτα από αρκετό τράβηγμα κατάφερε να το ανοίξει. Απογοητεύτηκε απ’ το περιεχόμενο. Το κουτί αν και ήταν μεγάλο μέσα είχε αρκετά κομμάτια φελιζόλ, στον πάτο του υπήρχε ένα πιο μικρό χαρτονένιο κουτί με τον ίδιο τρόπο τυλίγματος, όπως το αρχικό. Παρόλα αυτά δεν πτοήθηκε καθόλου. Αγνόησε τον ιδρώτα που έσταζε απ’ το μέτωπο του έως την χαράδρα του πισινού του που ξεπρόβαλε απ’ το ξεχειλωμένο σώβρακο. Με την ίδια μανία, ίσως και περισσότερη λόγω της ανυπομονησίας, ξέσκισε την ταινία και ένα κομμάτι του ίδιου του κουτιού. Όταν πλέον το άνοιξε το πρόσωπο του σκυθρώπιασε. Το κουτί μέσα περιείχε έναν φάκελο και πέντε φωτογραφικά σλάιντ.

     «Τον παλιό τσιγκούνη! Έπρεπε να το περιμένω πως δεν θα υπήρχε μες στο κουτί κάτι της προκοπής.» είπε προσφωνώντας τον άγνωστο θείο του με διάφορα λιμανίσια κοσμητικά επίθετα.

     Έπιασε τα σλάιντ στα χέρια του και τα περιεργάστηκε κάτω από το φως της λάμπας για κάποια δευτερόλεπτα. Δεν μπορούσε να δει όμως τίποτα.

     «Πως στο διάολο πρόκειται να τα δω αυτά τα γαμωσλάιντ ‘’θείε’’;» είπε πετώντας τα μες στο κουτί ξανά ξεστομίζοντας ακόμα πιο πολλά ευφάνταστα κοσμητικά επίθετα.

     Πήρε τον φάκελο στα χέρια του. Ήταν κλεισμένος με βουλοκέρι, πάνω του υπήρχε αποτυπωμένο ένα περίεργο σχέδιο, δεν μπορούσε όμως να βγάλει άκρη. Το τράβηξε και λίγο έλειψε να σκίσει και το γράμμα το ίδιο, μα στάθηκε τυχερός. Έβγαλε το γράμμα και το ξεδίπλωσε με προσοχή, ο ιδρώτας συνέχισε να ρέει ποτάμι προς την χαράδρα δημιουργώντας μια στάμπα πάνω στο σώβρακο. Όλο ήταν γραμμένο με μαύρο μελάνι, όχι όμως από κανένα στυλό διαρκείας μα από πένα. Το κείμενο ήταν αποτυπωμένο με περίτεχνη και προσεγμένη καλλιγραφία. Το περιεργάστηκε για αρκετή ώρα πριν ξεκινήσει να το διαβάζει. Δεν ήταν σίγουρος αν ήθελε στην τελική να μάθει κάτι από κάποιον άγνωστο. Όμως η διεύθυνση ήταν σωστή, το όνομα στο πακέτο ήταν το δικό του. Ένας τρόπος υπήρχε σίγουρα να μάθει ποιος ήταν ο αυτοαποκαλούμενος ‘’θείος’’ του, τι ήθελε από αυτόν και να δοθεί και κάποια εξήγηση για αυτά τα σλάιντ. Ξεκίνησε να το διαβάζει λοιπόν σίγουρος πως όλο αυτό, εφόσον δεν περιείχε κάποια ουσιώδη βοήθεια για το άτομό του, ήταν ένα αναθεματισμένο χάσιμο χρόνου.  

     "Αγαπητέ Δημήτρη,

Το ξέρω πως το γράμμα μου σε βρίσκει σε μια κατάσταση πανικού και πως η μνήμη σου δεν σε βοηθάει ιδιαίτερα στο να συμπληρώσεις το παζλ του μυαλού σου.

Θα αναρωτιέσαι φυσικά πως τα γνωρίζω όλα αυτά, μα αυτό το ερώτημα δεν θα μπορούσε να απαντηθεί μέσα από μερικές άψυχες γραμμές. Ακολουθώ τα βήματα σου από την στιγμή που αντίκρισες για πρώτη φορά το φως του ήλιου. Η ζωή έως τώρα δεν σου στάθηκε με τον δέοντα τρόπο και πέρασες από πολλές φουρτούνες για να καταφέρεις να γίνεις ο άνθρωπός που είσαι. Ακολούθησες πιστά τις οδηγίες και τα στοιχεία που είχαν αφήσει οι γονείς σου πριν εξαφανιστούν. Στοιχεία και οδηγίες που σε οδήγησαν από τους σκοτεινούς δρόμους των Εξαρχείων ως τις απόκοσμες και αφιλόξενες πεδιάδες της Ανταρκτικής. Εκεί ήταν που έχασα τα ίχνη σου, ώσπου σε βρήκαν παγωμένο και σε κατάσταση σοκ. Δεν θυμώσουν απολύτως τίποτα, και η ελπίδα σου να μάθεις αυτό που τόσο επιδέξια έκρυβαν οι γονείς σου είχε χαθεί. Το ξέρω πως ταλάνιζαν το μυαλό σου τρομεροί εφιάλτες και πως σου πήρε καιρό για να φτάσεις στο τωρινό επίπεδο κανονικότητας. Όμως δεν είναι αυτό το πεπρωμένο σου και το γνωρίζεις βαθιά μέσα σου. Υπάρχει ακόμα κάτι που πρέπει να βρεθεί. Αυτό όμως θα μπορέσεις να το βρεις αν μπορέσεις να τακτοποιήσεις τις άναρχες μνήμες σου.

Τα αριθμημένα σλάιντ που σου έχω στείλει θα σε βοηθήσουν. Είναι ειδικά φτιαγμένα για να ξεκλειδώσουν τις πόρτες του μυαλού σου. Ένα από τα οφέλη των μελετών των γονιών σου. Θα σε συμβούλευα να  το κάνεις αν δεν θες να χαθείς για πάντα στο λίμπο που σ' έβαλαν. Ένα ειδικό μηχάνημα προβολής θα έρθει στην πόρτα σου με το που τελειώσει αυτό το γράμμα, χρησιμοποίησε το για να δεις τα σλάιντ με την σειρά.

Ελπίζω το δώρο μου να σε βοηθήσει και στην συνέχεια και συ με την σειρά σου να βρεις για μένα αυτό που αναζητούσαν οι γονείς σου. Δεν φαντάζεσαι πόσο ανάγκη το έχω.

Φιλικά δικός σου,

Ο Θείος σου"

     Προσπάθησε να κατανοήσει όλα αυτά τα τρελά που είχε μόλις διαβάσει. Το ένστικτό του δεν τον είχε απογοητεύσει, το γνώριζε πως θα διάβαζε ένα μάτσο αρλούμπες. Μα τι ήταν όλο αυτό, είχε μείνει άφωνος. Το μόνο που του ερχόταν στο μυαλό ήταν να σκίσει το γράμμα και να πετάξει το κουτί και το περιεχόμενο του στα σκουπίδια. Και αυτό θα έκανε αν δεν τον διέκοπτε το κουδούνι της πόρτας που χτύπησε δύο φορές. Σάστισε μα πήγε προς την πόρτα με ένα βασανιστικά αργόσυρτο περπάτημα χωρίς να κάνει καν τον κόπο να φορέσει κανένα ρούχο. Όποιος και αν τον ενοχλούσε τέτοια ώρα άξιζε να τον υποδεχθεί με το σώβρακο. Άνοιξε την πόρτα μα κανένας δεν ήταν έξω παρά μόνο ένα ασυνόδευτο τροχήλατο τραπεζάκι. Πάνω του βρισκόταν μια μηχανή προβολής σλάιντ, όπως ακριβώς είχε διαβάσει στο γράμμα.

     «Γάμησε με!» φώναξε και έσυρε το τραπεζάκι μέσα.   


Συνεχίζεται...


Σχόλια

Τα καλύτερα