Ανθρώπινα παιχνίδια, Μέρος 8ο



Μέρος 8ο


28 Ιουνίου 1987

  Μέσα στο σπίτι ο σερίφης και δύο άτομα της ομάδας του είχαν επικεντρωθεί στα κλουβιά και στο περιεχόμενο τους. Επάνω τους υπήρχαν υπολείμματα καμένου πλαστικού και σάρκας, πήραν ότι μπορούσαν ως δείγμα. Η κατάσταση της σάρκας, επειδή ήταν καλυμμένη με πλαστικό, ήταν σε καλή κατάσταση ευτυχώς. Μόνο τα δύο κλουβιά φαίνονταν πως είχαν χρησιμοποιηθεί για τα αρρωστημένα γούστα του δολοφόνου, τα άλλα τρία ήταν άδεια.
 Λίγο πιο πέρα ήταν πεσμένα στο έδαφος μια καρέκλα και ένα φορείο. Και τα δύο είχαν λιώσει σε ορισμένα σημεία. Πάνω στην καρέκλα υπήρχαν ίχνη δέρματος και στο πίσω μέρος κρεμόταν μία αλυσίδα έτοιμη να θρυμματιστεί. Γύρισαν το φορείο στην σωστή του θέση και το εξέτασαν. Υπήρχαν σε όλο το εύρος του ίχνη από αίμα, τέσσερα λουριά βρισκόταν ακόμα στην θέση τους. Ο σερίφης πλησίασε κοντά, ήταν φανερό πως τα λουριά είχαν κοπεί και μάλιστα άτσαλα.
  Ο σερίφης είχε στείλει δύο άτομα της ομάδας τους να ερευνήσουν τον πάνω όροφο. Η κατάσταση επάνω ήταν ακόμα χειρότερη, τα χαλάσματα και η πεσμένη οροφή έκαναν την έρευνα του χώρου ανέφικτη. Όμως δεν κατάφεραν ούτε εκεί να βρουν κάτι. Πίστευε πως κάποιος έπρεπε να είχε προκαλέσει την φωτιά, ίσως ο Φράνσις ίσως κάποιος άλλος. Ποιος όμως, δεν μπορούσε να βρει κανένα ίχνος ανθρώπινου στοιχείου πουθενά στο σπίτι, εκτός ίσως από εκείνα τα τρομακτικά ανδρείκελα στα κλουβιά. Προσπαθούσε να βρει τον κινητήριο σκοπό όλων αυτών των εκτρωματικών εικόνων, ματαίως όμως. Δεν μπορούσε να συνδέσει τίποτα με απτά γεγονότα. Είχε διαβάσει ξανά και ξανά τον φάκελο, γνώριζε το ποιόν του πατέρα, όμως για αυτόν τον τύπο, τον Φράνσις, δεν μπορούσε να βρει τίποτα. Ήταν ένα φάντασμα. Είχαν να αντιμετωπίσουν ένα μιαρό άτυπο νεκροταφείο έξω και μία αιματοβαμμένη αίθουσα βασανιστηρίων μέσα, όλο αυτό ήταν τρέλα. Είπε σε όλους να κάνουν ένα διάλειμμα και ο ίδιος βγήκε στην πίσω αυλή για να ηρεμήσει και να ανασυγκροτήσει το μυαλό του, έπρεπε να δει πως θα το χειριζόταν από εδώ και πέρα.


15 Ιουνίου 1987

  Τρεις μέρες είχε δεμένη την Μαίρη Λου στο φορείο, τρεις μέρες χωρίς να της κάνει τίποτα. Άθελα της θα γινόταν ο αηδιασμένος θεατής των  κτηνωδιών του τέρατος που την είχε απαγάγει. Αναρωτιόταν πως είχε αφήσει τον εαυτό της να καταλήξει σ’ αυτήν την κατάσταση, είχε  θυμώσει.
Φοβόταν όμως να κάνει κάτι, να αντιδράσει. Κάθε φορά που προσπαθούσε να αντιδράσει, με φωνές και ουρλιαχτά, εκείνος της έδινε μια ακόμη πιο ισχυρή δόση απ’ το παράξενο κοκτέιλ ηρεμιστικών. Τον παρακολουθούσε καθώς εκείνος έκανε την τελετουργία μεταμόρφωσης. Ήταν εκστασιασμένος καθώς δημιουργούσε τα πλαστικά ομοιώματα. Τον έβλεπε να δουλεύει μεθοδικά, οι κινήσεις του όλες ήταν προσεγμένες και με ακρίβεια καθώς σχεδίαζε τις τομές στο κεφάλι. Ως την στιγμή που το θύμα που είχε πάνω στην καρέκλα ξύπνησε από τον λήθαργο που την είχε ρίξει και άρχισε να φωνάζει από τον πόνο. Το χέρι του ξέφυγε και το νυστέρι μπήκε πιο βαθιά.
  «Γαμώτο!!», ξεφώνισε ο Φράνσις, »πάει άλλη μια».
  Έβαλε μια μεγάλη μεταλλική λεκάνη και έναν μουσαμά κάτω από την άμοιρη κοπέλα. Πήρε το πριόνι του και άρχισε να την τεμαχίζει. Η Μαίρη Λου έκλεισε με αποστροφή τα μάτια της. Το γνώριζε πως είχε φτάσει η σειρά της, η καρδιά της πήγαινε να σπάσει, ήθελε να φωνάξει ποιος θα την άκουγε όμως εδώ πέρα.
  Τον άκουσε να κατεβαίνει ξανά στο υπόγειο, είχε τακτοποιήσει ήδη τα κομμάτια της κοπέλας. Πέρασε από δίπλα της και την είδε με ένα λάγνο και περίεργο βλέμμα, της χαμογέλασε και συνέχισε προς τον τοίχο. Τον είδε να μονολογεί με το κάδρο που είχε κρεμασμένο στον τοίχο, τον είδε να σκύβει και με δυνατή φωνή να ζητάει συγχώρεση για το λάθος του. Σηκώθηκε και πήγε προς το μέρος της. Άρχισε να την γδύνει χωρίς βιασύνες, εκείνη είχε πετρώσει στο ίδιο σημείο. Αφού της έβγαλε τα ρούχα απομακρύνθηκε και την κοίταξε όπως βρισκόταν δεμένη, ανήμπορη και εκτεθειμένη μπροστά του. Έπιασε το πέος του και άρχισε να αυτοικανοποιήται. Του άρεσε πραγματικά αυτό το θύμα, ήθελε να την κάνει βασίλισσα του. Άλλωστε του το είχε πει και το κεφάλι, που στο πρόσωπο και σωματότυπό της Μαίρη Λου είχε δει το πιο ταιριαστό πρότυπο.
Αφού τελείωσε ανασκουμπώθηκε και άλλαξε τελείως βλέμμα και διάθεση. Είχε φτάσει η ώρα για την μετατροπή της. Κρύος ιδρώτας την έλουσε, κάτι έπρεπε να κάνει, έπρεπε να αποδράσει. Φοβόταν. Άρχισε να χτυπιέται επάνω στο φορείο ξεφωνίζοντας βρισιές, τα λουριά τεντωνόντουσαν έτοιμα να σπάσουν. Ένα απαλό τσίμπημα στον λαιμό της από την βελόνα την επανέφερε στην ήρεμη κατάσταση της. Ο Φράνσις ετοίμασε το καλούπι, είχε αποφασίσει να κάνει με απόλυτη τάξη την συγκεκριμένη μεταμόρφωση, ένα κομμάτι την φορά χωρίς βιασύνες. Αυτή ήταν η μοναδική, μέσω αυτής θα γινόταν η ποθητή μετενσάρκωση, δεν έπρεπε να αποτύχει.


30 Ιουνίου 1987

  Είχαν μαζέψει μέσα από το σπίτι όσο και από την πίσω αυλή οτιδήποτε θα μπορούσε να τους βοηθήσει στην διαλεύκανση της υπόθεσης. Τουλάχιστον είχαν καταλάβει από τι προκλήθηκε η πυρκαγιά. Σφηνωμένο σε μια άκρη του υπογείου είχαν βρει ένα μπιτόνι βενζίνης. Τα πράγματα δεν ήταν καθόλου ευνοϊκά γι’ αυτούς.
  Μέσα στο σπίτι είχαν βρει δύο πτώματα – τα περίεργα ανδρείκελα που βρισκόταν μέσα στα κλουβιά  – είχαν πάρει στοιχεία από τις εναπομείναντες σάρκες και ήλπιζαν να βρουν σε ποιους ανήκαν. Στο υπόγειο δεν υπήρχε τίποτα άλλο, από το φορείο και την καρέκλα δεν μπόρεσαν να αποσπάσουν τίποτα χρήσιμο. Το σπασμένο κάδρο παρέμενε ένα ακόμη παράξενο μυστήριο. Στο νεκροταφείο που είχε στηθεί στην πίσω αυλή είχαν βρει περίπου 17 πτώματα, τα περισσότερα σε λειψή κατάσταση, το να τα βρουν και να τα συνδέσουν ήταν ένας άθλος. Μόνο δύο από τα πτώματα που βρήκαν στο νεκροταφείο ήταν αρτιμελής. Άνηκαν σε δύο ιδιωτικούς ερευνητές ονόματι Σπένσερ Τρέβορ και Μάθιου Κλεμένς.
  Μετά από έλεγχο στα αρχεία βρήκαν αναφορές στα ονόματά τους πίσω στο 1984. Η δράση τους ήταν πρωτοφανής, ήταν δύο από τους καλύτερους. Ποτέ δεν είχαν αφήσει υπόθεση στην μέση, είχαν γίνει το δεξί βοηθητικό χέρι του νόμου. Μέχρι τον Σεπτέμβρη του ’84 που τα ίχνη τους χάθηκαν ξαφνικά. Στην μοναδική έκθεση που βρήκαν μέσα στον φάκελο διάβασαν πως είχαν αναλάβει μια υπόθεση για τον εντοπισμό κάποιων χαμένων κοριτσιών. Τουλάχιστον τρία επικυρωμένα θύματα είχαν εξαφανιστεί χωρίς κανένα απολύτως ίχνος. Οι έρευνες τους οδηγούσαν σε αδιέξοδο μέχρι το τρίτο θύμα. Είχαν βρει κάποια στοιχεία, από μαρτυρίες ενός μπάρμαν του τοπικού καταγωγίου “Twilight” για έναν πιθανό ύποπτο. Μετά από έρευνες είχαν βρει πως ίσως ο ύποπτος που έψαχναν να ήταν ένας Φράνσις Ρούιζ που έμενε στην οδό Ρόουζλαντ 55.
   Ο σερίφης σταμάτησε να διαβάζει, η έκθεση τελείωνε σε εκείνο το σημείο απότομα, μέσα στον φάκελο δεν υπήρχε τίποτα άλλο. Τους έψαχναν όλοι και αυτοί βρισκόντουσαν θαμμένοι κάτω από το έδαφος. Μόλις είχαν βρει την άκρη για να προσπαθήσουν να ξετυλίξουν το κουβάρι. Το όνομα του Φράνσις Ρούιζ στάλθηκε στην CIA και στην Interpol.


24 Ιουνίου 1987

  Η Μαίρη Λου ήταν καθηλωμένη στο ίδιο σημείο. Η δράση του ηρεμιστικού είχε περάσει, πλέον μπορούσε να νιώσει τα πάντα. Το δεξί μισό του σώματος της είχε καλυφθεί από ένα άψυχο πλαστικό περίβλημα, τα μεταλλικά παρεμβύσματα στις αρθρώσεις της εμπόδιζαν την κίνηση της. Από το ένα μάτι δεν μπορούσε να δει και το ξένο σώμα μέσα της την πονούσε, αν θεωρούταν πόνος αυτός, είχε ξεπεράσει το σημείο κατανόησης της αίσθησης. Περιμετρικά στο κεφάλι της ένιωθε το τράβηγμα που προκαλούσαν τα φρέσκα ράμματα. Με το μάτι της προσπάθησε να δει αν εκείνος βρισκόταν κάτω μαζί της, δεν τον είδε πουθενά.



Ιντερλούδιο 1ο


28 Ιουνίου 1987

  Δεν μπορούσε να μένει άλλο κρυμμένη, έπρεπε να βγει έξω, έπρεπε να πάει στους γονείς της. Στάθηκε με πόνο στα πόδια της, πήρε ένα κομμάτι υφάσματος που βρήκε στα σκουπίδια και κάλυψε το σακατεμένο της κορμί. Κάθε βήμα της προκαλούσε έντονες σουβλιές στις αρθρώσεις και από ‘κει σε ότι είχε απομείνει από το κορμί της. Είδε ένα μικρό κομμάτι σπασμένου καθρέφτη και το σήκωσε, ήθελε να δει πως είχε καταντήσει. Το πλαστικό της χέρι σήκωσε τον καθρέφτη στο ύψος του προσώπου της.
  Σοκ την κατέβαλε για μια ακόμη φορά. Το ένα μάτι της είχε αντικατασταθεί από μια γαλάζια πέρλα και τα μαλλιά της ήταν ξανθά πλέον. Με το κανονικό της χέρι έπιασε την γαλάζια πέρλα και μέτρησε ένα– ένα τα ράμματα στο κεφάλι της. Ένα δάκρυ κύλισε και ένα αίσθημα οργής και μίσους την κατέβαλε, το ίδιο που την είχε ελευθερώσει από τα δεσμά εκείνου του ανώμαλου. Το χάρηκε που τον είχε κάψει ζωντανό, ήθελε να τον δει να τσουρουφλίζεται και να λιώνει όπως οι αισχρές του δημιουργίες.
  Οπλίστηκε με θάρρος και ξεκίνησε για το σπίτι της. Οι γονείς της σίγουρα θα την περίμεναν και θα ήταν περήφανοι γι’ αυτήν, όπως ήταν και η ίδια για τον εαυτό της. Το ήξερε πως ήταν δυνατή όμως την μέρα που έκαψε το κάθαρμα το επιβεβαίωσε. Η ώρα της είχε φτάσει, θα ηρεμούσε στο σπίτι της και στην θαλπωρή της αγκαλιάς των γονιών της.




24 Ιουνίου 1987

  Έπρεπε να ξεφύγει, να αποδράσει από εκείνην την κόλαση. Πως είχε καταντήσει έτσι; Ήταν η Μαίρη Λου, μια μαχήτρια, δεν μπορούσε να αφεθεί άλλο στις αρρωστημένες ορέξεις του ''τέρατος''. Άρχισε να κουνιέται πάνω στο φορείο μανιασμένα, τα λουριά άρχισαν να εξασθενούν όλο και πιο πολύ με την ώρα. Συνέχισε να κουνιέται και να προσπαθεί να σηκωθεί ως την στιγμή που τα δερμάτινα λουριά έσπασαν.
  Σηκώθηκε από το φορείο και κοντοστάθηκε με το ένα της καινούργιο πόδι. Έμοιαζε σαν μωρό που προσπαθεί να κάνει τα πρώτα του βήματα. Ήταν ελεύθερη από τα δεσμά, της πέρασε απ’ το μυαλό να φύγει χωρίς καν να κοιτάξει πίσω της. Βλέποντας όμως τα άμοιρα κορίτσια στα κλουβιά το γνώριζε, χωρίς καν να το σκεφτεί, πως έπρεπε να βάλει ένα τέλος, πως έπρεπε το κάθαρμα να πληρώσει. Με την όποια δύναμη της είχε απομείνει άδειασε το περιεχόμενο ενός μπιτονιού με βενζίνη σε όλο το υπόγειο. Περιέλουσε τους τοίχους και όλα τα φονικά εργαλεία, με ένα δάκρυ πόνου έριξε και το περιεχόμενο πάνω στα φυλακισμένα σώματα. Το υπόλοιπο το έριξε  πάνω στην εστία του καζανιού που σιγόκαιγε.
  Καθώς εκείνη βρισκόταν ένα βήμα πριν την ελευθερία της τον άκουσε να φωνάζει. Γύρισε ώστε να ικανοποιήσει τον αμφιβληστροειδή της από το θέαμα, τον είδε να παλεύει με την φωτιά και μετά ικανοποιημένη χάθηκε μέσα στο πυκνόφυλλο μονοπάτι.




Ιντερλούδιο 2ο

                                          Τα νέα του Κρέιν
  Σώα η οδός Ρόουζλαντ και οι κάτοικοι της από την επικίνδυνη φωτιά που ξέσπασε. Χάρις την έγκαιρη και ταχύτατη ανταπόκρισή του πυροσβεστικού σώματος η φωτιά περιορίστηκε και κατασβέστηκε με επιτυχία. Ως αιτία αυτής της πυρκαγιάς καταλογίζεται ένα μπιτόνι με βενζίνη, το οποίο βρέθηκε πεταμένο στο υπόγειο.
  Μέχρι την στιγμή που γράφονται οι συγκεκριμένες γραμμές δεν έχουμε περαιτέρω πληροφορίες για το κίνητρο ή για το αν υπάρχουν θύματα. Το σπίτι και η γύρω περιοχή καλύπτεται από ένα βαρύ πέπλο, τα μέτρα είναι δρακόντεια μιας και στις έρευνες έχει εμπλακεί και η CIA.
  Από μαρτυρίες των γειτόνων μάθαμε πως στο συγκεκριμένο σπίτι έμενε κάποιος ονόματι Φράνσις. Επίθετο δυστυχώς δεν μάθαμε. Ελπίζουμε τις επόμενες μέρες να ξεκαθαρίσει το τοπίο και να βγουν πληροφορίες στην επιφάνεια. Ως τότε θα προσπαθήσουμε να σας μεταφέρουμε τις εξελίξεις με κάθε λεπτομέρεια.

                               Αντάμωση γονιών με το ‘’χαμένο’’ παιδί τους 
  Γονείς αντάμωσαν το χαμένο τους παιδί. Είχε εξαφανιστεί στις αρχές Ιουνίου χωρίς να αφήσει ίχνη. Οι γονείς της μέχρι σήμερα πίστευαν πως το είχε σκάσει, λόγω της αποτυχίας της στις εξετάσεις. Για καλή τους τύχη η κόρη τους γύρισε.
  Δεν θέλησαν να μας πουν περισσότερα, ούτε οι γονείς ούτε και η κοπέλα. Εμείς είμαστε διακριτικοί και απλά θα τους ευχηθούμε καλή συνέχεια σε ό,τι κάνουν.




1 Ιουλίου 1987

  «Ανίκανε, άχρηστε. Δες την κατάσταση σου. Μια δουλειά έπρεπε να κάνεις και ούτε αυτή μπόρεσες να την φέρεις εις πέρας. Είσαι μια απογοήτευση. Δεν είναι να απορείς που όλοι σε παρατήσανε».
  Το κεφάλι της κούκλας ήταν πεσμένο στο χώμα, δίπλα από το έντονα καμένο σώμα του Φράνσις. Το δέρμα είχε φύγει από το καμένο κορμί του και στο μεγαλύτερο μέρος πια φαινόντουσαν τα κόκαλά του. Είχε καταφέρει να ξεφύγει όμως από την φωτιά. Για ακόμα μία φορά είχε σταθεί αφελής και ανέτοιμος με αποτέλεσμα να χάσει την δημιουργία που ίσως να τον λύτρωνε. Είχε προλάβει να σώσει την κούκλα όμως, το μοναδικό πράγμα που τον ενδιέφερε. Με κόπο είχε προλάβει να βγει έξω και να συρθεί μέσα στο δάσος. Είχε φτάσει όμως στο σημείο που δεν μπορούσε να περπατήσει ούτε να συρθεί άλλο. Οι πληγές του τον είχαν εξουθενώσει, όλο του το δέρμα είχε φύγει από το κορμί του, είχε παραμείνει ένας κόκκινος σκελετός, τουλάχιστον εδώ θα ήταν ασφαλής.
  Σήκωσε το ξεπετσιασμένο χέρι του και έπιασε το αυθάδης κεφάλι της κούκλας. Το ζούληξε με μανία και με όση δύναμη του είχε απομείνει, ωσότου δεν είχε απομείνει τίποτα πλέον από το κεφάλι. Το πέταξε όσο πιο μακρυά μπορούσε και ξάπλωσε γαλήνια στο χώμα, αναστέναξε με ευχαρίστηση και παρέμεινε να κοιτάζει τον ουρανό.





ΤΕΛΟΣ ;;

Σχόλια

Τα καλύτερα