Η τελευταία παρακολούθηση
Αποφάσισε
να φύγει για τα καλά. Τον έπνιγε πια αυτό το μέρος. Όλες αυτές οι
μνήμες, αποτυπωμένες ανεξίτηλα στο μυαλό του, τον πλήγωναν.
Η
επί δέκα χρόνια γυναίκα του τον είχε παρατήσει, για όλα έφταιγε το
παλιοεπάγγελμα που έκανε. Ντετέκτιβ, ένας από τους καλύτερους της πόλης.
Όλοι ζήταγαν τις υπηρεσίες του και όλα πηγαίναν τέλεια. Όμως όσο πιο
πολύ επικεντρωνόταν στην δουλειά του τόσο αποξενώνονταν απ'το σπίτι και
την γυναίκα του. Όταν μετά από μήνες κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά,
αποφάσισε να ενεργήσει. Έπρεπε να βρει που πήγαινε η γυναίκα του. Τότε
για πρώτη φορά παραδέχτηκε στον εαυτό του ότι η δουλεία που έκανε για να
ζει δεν ήταν και η καλύτερη.
Όσο εύκολο του ήταν το να αναζητεί και να βρίσκει άλλων τα ίχνη, τόσο δύσκολο και επίπονο του φάνηκε να βρει την γυναίκα του. Τα λεφτά του τα χάλαγε όλα σε έμπιστους πληροφοριοδότες. Κάποια μέρα ένας από αυτούς του έδωσε την πολυπόθητη πληροφορία, η γυναίκα είχε θεαθεί σε ένα άλλο σπίτι. Την είχε βρει επιτέλους, με άλλον. Η τελευταία ματιά, που έριξε με την γυναίκα του, ήταν τόσο έντονη που τα λόγια ήταν περιττά. Αυτή ήταν η πιο πονεμένη και εκνευριστική σιωπή που μπορεί να νιώσει ο κάθε άνθρωπος. Μετά από αυτό τον χώρισε οριστικά, καταπάτηση προσωπικών δεδομένων ή κάπως έτσι, δεν είχε και πολύ σημασία τώρα πια. Του τα πήρε όλα. Το μόνο που του έμεινε ήταν ένας δερμάτινος τριθέσιος καναπές, δώρο της πριν χρόνια, στα πρώτα του βήματα ως ντετέκτιβ. Ξένος πλέον στην καινούργια πόλη, κάθε μέρα έρχεται αντιμέτωπος με την ίδια εφιαλτική αλήθεια. Ξυπνάει στον ίδιο καναπέ, μπατίρης και χωρισμένος, βλαστημώντας για την δουλεία του και αυτά που έχασε για αυτήν.
Όσο εύκολο του ήταν το να αναζητεί και να βρίσκει άλλων τα ίχνη, τόσο δύσκολο και επίπονο του φάνηκε να βρει την γυναίκα του. Τα λεφτά του τα χάλαγε όλα σε έμπιστους πληροφοριοδότες. Κάποια μέρα ένας από αυτούς του έδωσε την πολυπόθητη πληροφορία, η γυναίκα είχε θεαθεί σε ένα άλλο σπίτι. Την είχε βρει επιτέλους, με άλλον. Η τελευταία ματιά, που έριξε με την γυναίκα του, ήταν τόσο έντονη που τα λόγια ήταν περιττά. Αυτή ήταν η πιο πονεμένη και εκνευριστική σιωπή που μπορεί να νιώσει ο κάθε άνθρωπος. Μετά από αυτό τον χώρισε οριστικά, καταπάτηση προσωπικών δεδομένων ή κάπως έτσι, δεν είχε και πολύ σημασία τώρα πια. Του τα πήρε όλα. Το μόνο που του έμεινε ήταν ένας δερμάτινος τριθέσιος καναπές, δώρο της πριν χρόνια, στα πρώτα του βήματα ως ντετέκτιβ. Ξένος πλέον στην καινούργια πόλη, κάθε μέρα έρχεται αντιμέτωπος με την ίδια εφιαλτική αλήθεια. Ξυπνάει στον ίδιο καναπέ, μπατίρης και χωρισμένος, βλαστημώντας για την δουλεία του και αυτά που έχασε για αυτήν.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου