Γύρω απ' τη ροτόντα - Μουσικές Ιστορίες#1


 

Ένα ευαίσθητο κείμενο, ένας έντονος διάλογος μας έρχεται από την Νικολέτα του Mindslab - ένα blog λόγου και παραλόγου , για το πρώτο μας τραγούδι.


Γύρω απ' τη ροτόντα


Περπάτησε νευρικά μέχρι την πόρτα. Πριν ανοίξει κοντοστάθηκε και ίσωσε την ποδιά της. Γύρισε και κοίταξε το χώρο λες και κάτι θα τη σταματούσε μα τίποτε δε φάνηκε. Έριξε μια ματιά έξω από το παράθυρο ενώ το χέρι της πλησίαζε το χερούλι της πόρτας. Δεκάδες πουλιά κρεμασμένα στα καλώδια ρεύματος μαρτυρούσαν ζωή. Πήρε μια βαθιά ανάσα, έκλεισε τα μάτια και έσπρωξε τη πόρτα.

 

Μόλις μπήκε αντίκρισε την πλάτη του. Εκείνος δεν γύρισε, είχε το βλέμμα καρφωμένο στο κενό. Μόνο όταν την αισθάνθηκε να στέκεται πίσω του χωρίς να σαλεύει αποτράβηξε το βλέμμα.

 

«Μπαμπά»

 

Και στη λέξη ξέσπασε σε λυγμούς χωρίς να μπορέσει να συγκρατήσει τα δάκρυα στα μάτια της. Χείμαρρος ξεχύθηκε και ας ορκιζόταν πως θα σφίξει τα δόντια να μη δείξει τον πόνο μέσα της. Εκείνος σηκώθηκε απότομα και την κοίταξε. Την τράβηξε στα χέρια του και την έκλεισε μέσα στην αγκαλιά του με όλη του τη δύναμη. Τα μάτια του συγκρατούσαν στάλες βροχής σε γκρίζο ουρανό και ας μέσα του παρακαλούσε να μην ξεσπάσει η καταιγίδα. Ήταν η πρώτη αγκαλιά μετά από καιρό. Ίσως να ήταν και η πρώτη τέτοια αγκαλιά που της έκανε στη ζωή τους.

 

Συνήθιζε να τρέχει να προλάβει τα πάντα. Να προχωράει σε μια ζωή που από χρόνια έμοιαζε με καλοκαρδισμένη μηχανή. Τα ρούχα πάντα από βραδύς για να προλάβει, η καφετιέρα έτοιμη, η εφημερίδα στο τραπέζι, οι ώρες μετρημένες, σπίτι, καφενείο, περίπατος και πάλι σπίτι. Τα ρούχα στο καλάθι, ζεστό μπάνιο, ψιλοκουβέντα με την Τέτα του, τηλεόραση, ένα τηλέφωνο πως όλοι είναι στις θέσεις τους και πάλι στο κρεβάτι. Όλα δούλευαν ρολόι. Τα είχε ρυθμίσει έτσι ώστε τίποτα να μην του χαλάσει το ρυθμό. Τις Κυριακές ανελλιπώς φαγητό γύρω από τη παλιά ροτόντα που τους είχε κάνει δώρο γάμου η πεθερά του. Εκείνος, η Τέτα του και η κόρη του εκεί, τακτοποιημένοι όλοι  στις θέσεις τους. Όλα έμοιαζαν να δουλεύουν σωστά.

 

Εκείνη όμως αυτή του τη συμπεριφορά την έπαιρνε ως προσωπική αποτυχία. Αναρωτιόταν αν τον έκανε να νιώθει απογοήτευση η απόφαση της να ακολουθήσει ένα δρόμο διαφορετικό από αυτό που της είχε διαλέξει. Αυτή η σκέψη πάγωνε το κεφάλι της από το λύκειο μέχρι τα τέλη της σχολής που αποφάσισε να του μιλήσει. Σε εκείνον γιατί η μάνα της πάντα ήξερε περισσότερα από όσα έπρεπε. Εκείνος δεν αντέδρασε καθόλου απλά το προσπέρασε λες και έτσι θα ξορκίσει τη στιγμή και θα επιστρέψουν στην κανονικότητα που είχε διαλέξει.

 

Πριν λίγο καιρό όμως δεν άντεξε και σε ένα από τα Κυριακάτικα τραπέζια ξέσπασε. Την ώρα που τσούγκριζαν το κρασί κι εκείνος έκανε την πολυπόθητη πρόποση που είθισται να κάνει εκείνη τινάχτηκε λες και προσπαθούσε να ξεφύγει από τα δεσμά. Είχε μαζέψει το θάρρος όλου του κόσμου και φώναζε με όλη της τη ψυχή. Του ξεκαθάρισε πως αν θέλει να τη δει διπλή τότε θα επιτρέψει στο επόμενο τραπέζι να έρθει μαζί της η Κατερίνα. Εκείνη η Κατερίνα που συνέχιζε να την αποκαλεί φίλη της κόρης του και ποτέ σύντροφο.

 

Το ξέσπασμα της ήταν κι αυτό που τους έφερε στο τώρα. Ήταν η στιγμή που η καρδιά του σκίρτησε και τον οδήγησε στο κέντρο υγείας. Ύστερα η κόρη του τον υπέβαλε σε κάθε εξέταση που μπορούσε να σκεφτεί. Το πόρισμα φαινόταν να είναι τόσο ανησυχητικό όσο και ξαφνικό μα τον τελευταίο λόγο θα τον είχε στο δικό της ιατρείο και σε αυτό δεν χωρούσε συζήτηση. Ο πατέρας της σαστισμένος δεν έφερε καμιά αντίρρηση μα τώρα τα φίδια φαινόταν πως τον είχαν αγκιστρώσει απ’ το λαιμό.

 

«Δεν έπρεπε να σε βάλω σε αυτή τη διαδικασία. Έπρεπε να πάω σε κάποιο συνάδελφο» ξεκίνησε να λέει καθώς απομακρυνόταν από τα χέρια της.

 

«Ρε μπαμπά τι είναι αυτά που λες;»

 

«Η αλήθεια. Μη μου πεις ότι λυπάσαι».

 

«Σε παρακαλώ».

 

«Σε απομάκρυνα και τώρα μπορώ να το δω αλλά νομίζω δεν μου μένει χρόνος να το αλλάξω».

 

Εκείνη έκατσε στην καρέκλα δίπλα του και έσκυψε το κεφάλι. Πήρε μια ανάσα και προσπάθησε να συγκροτήσει τη σκέψη της.

 

«Τα πράγματα έχουν ως εξής. Υπάρχει πρόβλημα, ο όγκος, όχι ακριβώς».

 

«Πες μου κορίτσι μου».

 

«Δεν επιδέχεται επέμβαση. Υπάρχει διασπορά». κατάφερε με κόπο να ολοκληρώσει την πρόταση της και στα μάτια της μια θάλασσα φάνηκε έτοιμη να πλημμυρήσει ολόκληρο το γραφείο.

 

«Πόσο χρόνο έχω;»

 

«Ρε μπαμπά»

 

«Πόσο; Οφείλεις να μου πεις».

 

«Έχουμε χρόνο μπροστά μας».

 

«Πόσο;»

 

«Σε παρακαλώ».

 

«Ένα μήνα; Ένα χρόνο; Πόσο;»

 

«Ρε μπαμπά».

 

«Μη φοβάσαι να μου πεις».

 

«Σταμάτα ρε μπαμπά».

 

«Πρέπει να ξέρω τι έχω μπροστά μου. Το ξέρεις πως πρέπει».

 

Τα χέρια έκλεισαν το πρόσωπο στις παλάμες της. Άφησε να πέσει το σώμα της στην καρέκλα. Πήρε μερικές ανάσες και γονάτισε δίπλα του.

 

«Δεν είσαι μόνος σου».

 

«Δεν θα τολμήσεις να πεις τίποτα στην κυρά Τέτα μου».

 

«Τι είναι αυτά που λες; Έχει δικαίωμα να ξέρει».

 

«Τ’ ακούς; Δεν θα αφήσω τίποτα να την πονέσει τόσο».

 

«Ακούς τον εαυτό σου; Τι νομίζεις θα καταφέρεις; Θα πεθάνεις και ύστερα θα είναι σα να μη συνέβη ποτέ τίποτα; Θα συνεχίσει; Θα αντέξει το ψέμα; Πες μου, τι περιμένεις; Η φούσκα μας έσκασε μια για πάντα, κατάλαβε το».

 

«Δεν της αξίζει».

 

«Ούτε σε εσένα όμως αξίζει να πεθάνεις μόνος. Δεν θα στο επιτρέψω».

 

«Δεν».

 

«Δεν είσαι μόνος όσο και αν περίμενες να είσαι. Δώσε μας χρόνο».

 

«Οξύμωρο ακούγεται».

 

Εκείνη σηκώθηκε και τον κράτησε από το χέρι.

 

«Έλα να σε πάω σπίτι τώρα».

 

«Θέλω να δω τον κόσμο».

 

«Μπαμπά».

 

«Άσε με να περπατήσω όσο μπορώ».

 

Σηκώθηκε και την κοίταξε με το πιο τρυφερό του βλέμμα. Την αγκάλιασε ξανά και ήταν σα να κράτησε μια ζωή. Σα να σφράγιζε ένα τέλος σε μια καινούρια αρχή.

 

«Σ’ αγαπάω κόρη μου» της ψέλλισε στο αυτί και οι θάλασσες γίνανε ποτάμια.

 

«Δεν είσαι μόνος. Τ’ ακούς; Δεν θα σε αφήσω να μείνεις μόνος σε αυτό».

 

Βγήκε στο δρόμο και ακούμπησε στον τοίχο κάτω από το γραφείο. Τα μάτια του στέρεψαν, η καρδιά του ζεστάθηκε στον ήλιο μα τα πόδια του καρφώθηκαν στη γη. Δεν μπόρεσε να κάνει βήμα άλλο. Δυο ώρες μετά η κόρη του τον συνάντησε απ’ έξω. Δεν έβγαλε μιλιά. Τον έπιασε από τον ώμο και πλησίασαν στο αμάξι.

 

«Δεν είσαι μόνος σου» του είπε και του φίλησε το κεφάλι.

 

Γύρισαν σπίτι και όλα έμοιαζαν να είχαν σπάσει τη ρουτίνα.

 


Σχόλια

  1. Συγκλονιστικό Νικολέττα μου. Γραμμένο με τόση ζωντάνια που ήταν σαν να ήμουν μπροστά. Αχ αυτό το ''δεν είσαι μόνος '' κραυγάζει. Κανένας δεν πρέπει να περνάει μόνος ένα τέτοιο σταυροδρόμι.
    Υπέροχα ανθρώπινο Νικολέττα μου
    Γεμάτο συναισθήματα
    Καλή σου συνέχεια

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Νομίζω η μοναξιά είναι κάτι που πολλές φορές επιλέγουμε γιατί η ζωή μερικές φορές μοιάζει πιο τρομακτική ακόμα και από τον θάνατο.
      Μπορώ να φανταστώ, ακόμα και να καταλάβω πως τέτοιες σχέσεις είναι πιο συχνές από ότι ελπίζουμε. Προσωπικά οι ανθρώπινες σχέσεις πάντα με μάγευαν περισσότερο ακόμα και από την πιο σπουδαία ιστορία φαντασίας.

      Χαίρομαι που το αισθάνθηκες Άννα μου, σε ευχαριστώ!

      Διαγραφή
  2. Α ρε Νικολέτα! Αχ Θεέ μου!
    Πόση δύναμη μπορεί να κρύβεται στην εκφραστική σου φαρέτρα! Και το έχω πει πανάθεμά με! Αυτό το θέμα με συγκινεί, με "τσακίζει". Η σχέση πατέρα-κόρης, μιας ή περισσοτέρων με συγκλονίζει. Η διαχείριση της απώλειας επίσης με ταράζει.
    Έρχεσαι με ένα μικρό διήγημα να μας ταράξεις συθέμελα. Μια ρουτίνα που σπάει στην οικογένεια λοιπόν. Την κάνει θρύψαλλα, την φορτώνει γκρίζο μα και φως συνάμα. Κλείνει και αποκαθιστά παλαιότερες αποστάσεις λόγω επιλογών.
    Οι διάλογοι πατέρα-κόρης είναι τόσο εκπληκτικοί, τόσο άμεσοι που δάκρυσα να το ξέρεις.
    Ειλικρινά μια αγκαλιά απ την καρδιά μου για το γραπτό σου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Γιάννη μου ξέρω τι σημαίνουν και τα δυο για εσένα και μπορώ να καταλάβω αυτή σου την ταραχή.

      Από τη στιγμή που μου πρότεινες τη σελίδα του Γιώργου και μου έδειξες το δρώμενο αυτό πηγαινοερχόμουν και προσπαθούσα να καταλάβω τι θα μπορούσα να γράψω και με ποιο τραγούδι να εμπνευστώ. Θέλησα να γράψω κάτι με περισσότερη φαντασία, πιο περίτεχνο, πιο ιδιαίτερο μα σκόνταφτα συνεχώς.
      Μέσα από εδώ, βασικά και μέσα από εδώ, άρχισα να καταλαβαίνω πιο έντονα πως οι ανθρώπινες σχέσεις και τα συναισθήματα είναι εκείνο που ταράζει τη δική μου φαντασία και με κάνει να προχωράω. Αγαπώ να τις παρατηρώ, να τις αναλύω, να τις σκέφτομαι. Δυστυχώς αυτή μου η ιστορία φοβάμαι είναι πιο αληθινή - όχι προσωπική - από όσο θα ήθελα να πιστέψω. Υπάρχουν πολλές οικογένειες που ζουν κάτω από την ίδια ρουτίνα και με τον ίδιο τρόπο.

      Σε ευχαριστώ, για κάθε σκέψη και σχόλιο που καταθέτεις.

      Διαγραφή
    2. Ξέρω ότι οι ανθρώπινες σχέσεις και η ακτινογραφία τους είναι το αγαπημένο σου πεδίο, πάνω στο οποίο αφήνεις τη δημιουργική σου πένα να γράψει, να σχεδιάσει, να προβληματίσει και να συγκινήσει. Σίγουρα αυτές οι ιστορίες συμβαίνον πολύ συχνά ολόγυρά μας, δίπλα μας, σε κάθε διπλανή πόρτα. Εμείς σε ευχαριστούμε για την παρουσία σου καλή μου φίλη.

      Διαγραφή
  3. Νικολέτα μου!!! Νικολέτα μου!!!
    Ποσες αλήθειες ποσοι φόβοι και ποσα συναισθήματα σε λίγες μόνο αράδες!!
    Υπέροχο κι ευχαριστώ!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Το πιο δύσκολο για εμένα σε όλο αυτό είναι πόση αλήθεια μπορεί να κρύβει.

      Σε ευχαριστώ εγώ ψυχή μου <3

      Διαγραφή
  4. Πολύ ωραία η συμμετοχή σου Νικολέτα μου. Έντονη, βαθιά συναισθηματική και πολύ ανθρώπινη.
    Σαν μια στιγμή της ζωής που είχε ανάγκη να ακουστεί.
    Σου στέλνω γλυκό φιλί!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Αγάπησα όπως το έθεσες.
      Σαν μια στιγμής ζωής που είχε ανάγκη να ακουστεί.
      Νομίζω ζω γι αυτές τις στιγμές!

      Σε ευχαριστώ Μαρινάκι μου!

      Διαγραφή
  5. Και γω με τη σειρά μου να πω πως είναι ένα εκπληκτικά ζωντανό και συναισθηματικό κείμενο. Μπράβο Νικολέτα και ευχαριστώ για την συμμετοχή σου

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Εγώ σε ευχαριστώ!
      Για την επιλογή του τραγουδιού που μέσα του κατάφερα να δω μια ιστορία μα και για την υπέροχη φιλοξενία των σκέψεων μου!

      Να είσαι καλά Γιώργο με όμορφες εμπνεύσεις, πάντα!

      Διαγραφή
  6. Υπέροχο ζεστό συγκινητικό και τόσο ανθρώπινο! Μπράβο Νικολέτα πανέμορφη ιστορία!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Τα καλύτερα